Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λογοτεχνικός Κόσμος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λογοτεχνικός Κόσμος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2015

10 μυστικά για 10 συγγραφείς της παγκόσμιας λογοτεχνίας


 
PicMonkey Collage

Είναι περίεργο αλλά και αρκετά ενδιαφέρον να μαθαίνουμε πράγματα για τις ζωές των μεγάλων προσωπικοτήτων. Όχι από την σκοπιά της «κλειδαρότρυπας» και του κίτρινου τύπου, αλλά για να μάθουμε πως καταφέρνει κάποιος να ξεχωρίσει. Τι το ξεχωριστό θα πρέπει έχει το πλαίσιο του ώστε να καταφέρει να μεγαλουργήσει στη ζωή του; Ποιο είναι το μυστικό επιτυχίας; Γιατί κάποιοι το βρίσκουν και κάποιοι άλλοι όχι; Υπάρχουν ίσες ευκαιρίες για όλους; Κι αν ναι, μήπως τελικά είναι θέμα οπτικής; Ή μήπως όχι. Όλα αυτά τα ερωτήματα και ακόμα περισσότερα έρχονται να απαντηθούν μαθαίνοντας κάθε φορά κάτι από τις ζωές των μεγάλων ανθρώπων που επηρέασαν και επηρεάζουν τόσο την ανθρωπότητα όσο και τον καθένα από εμάς.
Θέλετε λοιπόν να μάθετε για τις ζωές 10 μεγάλων συγγραφέων.


1. Η Αγκάθα Κρίστι η πιο διάσημη συγγραφέας έργων μυστηρίου, γεννήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου του 1890 ως Μαίρη Κλαρίσα Αγκάθα Μίλερ, στο Ντέβον της Αγγλίας. Μεγάλωσε στο Άσφιλντ, όπου έβγαλε το σχολείο και στη συνέχεια σπούδασε τραγούδι στο Παρίσι. Πριν ασχοληθεί με την συγγραφή των βιβλίων της εργαζόταν ως βοηθός φαρμακοποιού στην αεροπορία, την περίοδο του Α΄Παγκοσμίου Πολέμου. Με μία πρώτη ματιά θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς τι σχέση έχει η συγγραφή βιβλίων με την εμπειρία της στο φαρμακείο; Κι όμως, για την ίδια μεγάλη, αφού αξιοποίησε τις γνώσεις που αποκόμισε εκεί στα έργα της. Μην ξεχνάτε πως τα δηλητήρια είχαν εξέχουσα θέση στην πλοκή πολλών μυθιστορημάτων της. Εκτός από 66 μυθιστορήματα και άλλες 15 συλλογές διηγημάτων η Αγκάθα Κρίστι έγραψε έξι ακόμη ρομαντικά μυθιστορήματα με το όνομα MaryWestmacott. Αυτό όμως δεν ήταν το μοναδικό της ψευδώνυμο: αρχικά είχε υποβάλλει τα έργα της με το ψευδώνυμο «Monosyllaba». Η Αγκάθα Κριστι εζησε μια ζωη γεμάτη, έντονη, και ταξίδεψε σε πολλές χώρες. Το μυστήριο κυριαρχούσε τόσο στη ζωή της όσο και στα βιβλία της. Για του λόγου το αληθές αξίζει να σημειωθεί πως περίπου το 1926 η Αγκάθα Κρίστι είχε εξαφανιστεί για 11 συνεχόμενες μέρες. Ήταν η περίοδος που είχε χάσει τη μητέρα της και έμαθε πως ο άντρας της την απατά. Στις 3 Δεκεμβρίου του 1926 η Αγκάθα φίλησε την κόρη της για καληνύχτα, μπήκε στο αυτοκίνητό της και έφυγε. Το αυτοκίνητό της βρέθηκε μερικά μίλια μακριά, όμως εκείνη δεν ήταν πουθενά. Όπως καταλαβαίνετε οι φήμες είχαν οργιάσει. Εκείνη εντοπίστηκε σώα και αβλαβής περίπου 10 ημέρες μετά σε ένα ξενοδοχείο με σπα στο Harrogate. Το δωμάτιο του ξενοδοχείου πάντως το είχε κλείσει στο όνομα της ερωμένης του συζύγου της.

2. Ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι μια κορυφαία μορφή της παγκόσμιας λογοτεχνίας.  Γεννήθηκε στη Μόσχα στις 11 Νοεμβρίου το 1821. Ο πατέρας του ήταν γιος κληρικού, και δεν ήταν αριστοκράτης. Σύμφωνα με την παράδοση της εποχής θα έπρεπε να γίνει και αυτός κληρικός. Παρόλα αυτά δεν έγινε και μάλιστα από προτροπή και των γονιών τους, αφού τα ενδιαφέροντα του Ντοστογιέφσκι περιστρέφονταν γύρω από την λογοτεχνία και τη θρησκεία. Οι γονείς του Ντοστογιέφσκι επέμεναν να τον εγγράψουν σε ηλικία 15 χρονών στη σχολή για μηχανικούς του ρωσικού στρατού. Παίρνοντας τα πτυχίο του, ο συγγραφέας έπιασε δουλειά ως μηχανικός όμως στον ελεύθερο χρόνο του ασχολούνταν με τη μετάφραση λογοτεχνικών έργων από τα γαλλικά στα ρώσικα. Μεταξύ μας καλύτερα που ακολούθησε αυτό ήθελε γιατί μας άφησε μία ανεκτίμητη λογοτεχνική κληρονομιά.

3. Ο Γουίλιαμ Μπάροουζ, ο γνωστός Αμερικανός νοβελίστας, δοκιμιογράφος, κριτικός, ζωγράφος έκανε απεντομώσεις στο ξεκίνημά του. Το ξέρουμε, ακούγεται περίεργο, όμως οι δυνατότητες επαγγελματικής απασχόλησης το 1942 στο Σικάγο ήταν περιορισμένες. Και τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα για τον Γουίλιαμ Μπάροουζ καθώς είχε απολυτήριο από τον στρατό λόγω προβλημάτων ψυχικής υγείας. Η εμπειρία αυτή του Μπάροουζ πάντως έπιασε τόπο αφού ήταν η βάση για τη συγγραφή του έργου του «Ο Απολυμαντής». Ο Γουίλιαμ Μπάροουζ επηρέασε τους πάντες και τα πάντα. Επηρέασε τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε την τέχνη, επηρέασε τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τη ζωή. Επηρέασε το γράψιμο, την εικαστική έκφραση, τον κινηματογράφο, το ροκ. Ανακάτεψε την τράπουλα ξανά. Ανέτρεψε τα δεδομένα.

4. Ο Άρθουρ Κόναν Ντόιλ ήταν γιατρός. Κι όμως ο γνωστός Σκοτσέζος δημιουργός των ιστοριών του ντετέκτιβ-σύμβουλου Σέρλοκ Χολμς ήταν γιατρός στο επάγγελμα, ο οποίος περνούσε την ώρα του ανάμεσα στα ραντεβού με τους ασθενείς του πλέκοντας ιστορίες. Οι ιστορίες του θεωρήθηκαν σημαντική καινοτομία για το πεδίο συγγραφής αστυνομικών μυθιστορημάτων.

5. Ο Κουρτ Βόνεγκατ πέρασε από διάφορα επαγγέλματα. Ο συγγραφέας του «Σφαγείο Νούμερο 5»  μετά το τέλος της στρατιωτικής του θητείας, δούλεψε ως αθλητικογράφος, εκπρόσωπος Τύπου, διαφημιστής, καθηγητής και έμπορος αυτοκινήτων. Ως συγγραφέας τα κατάφερε καλύτερα. Τα έργα του αναμειγνύουν τη σάτιρα, τη μαύρη κωμωδία και την επιστημονική φαντασία. Ήταν επίσης γνωστός για τις ανθρωπιστικές του πεποιθήσεις.

6. Η Χάρπερ Λι δούλεψε ως ταξιδιωτική πράκτορας. Όταν η Χάρπερ Λι μετακόμισε στη Νέα Υόρκη με σκοπό να γίνει συγγραφέας ήταν μόλις 23 ετών, κάτοχος πτυχίου νομικής από το Πανεπιστήμιο της Αλαμπάμα, και άφραγκη. Για να ζήσει λοιπόν, έπιασε δουλειά ως ταξιδιωτική πράκτορας για την Eastern Airlines και την BOAC («προκάτοχο» της British Airways). Η σχετική σταδιοδρομία της διήρκεσε ευτυχώς μόνο επτά χρόνια –η κυκλοφορία του «Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια» την απάλλαξε από τις οικονομικές σκοτούρες. Μάλιστα, το 1957 όταν υπέβαλε το χειρόγραφο στον εκδοτικό οίκο Λίπινκοτ, απ’ όπου της απάντησαν ότι το μυθιστόρημά της έμοιαζε με μια σειρά χαλαρά συνδεδεμένων διηγημάτων. Πέρασε τα δυόμισι επόμενα χρόνια ξαναγράφοντας το βιβλίο, το οποίο, όταν εκδόθηκε τελικά το 1960, απέσπασε εξαιρετικές κριτικές, κέρδισε το ΒΡΑΒΕΙΟ Πούλιτζερ και χιλιάδες ενθουσιώδεις αναγνώστες.

7. Ο Τζον Γκαλσγουόρθι ασχολήθηκε με τη δικηγορία. Σύντομα όμως την εγκατέλειψε για να ασχοληθεί με τη ναυτιλιακή οικογενειακή επιχείρηση και άρχισε να ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο. Στη διάρκεια αυτών των ταξιδιών έκανε τη γνωριμία του με τον Τζόζεφ Κόνραντ ο οποίος δούλευε ως ναυτικός και έτσι ξεκίνησε μια μεγάλη φιλία.

8. Ο Ρόμπερτ Φροστ  είναι ο Αμερικανός ποιητής που βραβεύτηκε τέσσερις φορές με Πούλιτζερ. Ευτυχώς, που σε νεαρή ηλικία παράτησε τα σχέδια για μια οικονομικά αποδοτική καριέρα και ασχολήθηκε με τη διδασκαλία. Το 1894 πούλησε το πρώτο του ποίημα, My Butterfly, στην εφημερίδα The Independent για δεκαπέντε δολάρια.

9. Ο Τζόζεφ Χέλερ αποφοίτησε από το σχολείο το 1941 ο Χέλερ δούλεψε για ένα διάστημα ως βοηθός σιδερά πριν καταταγεί στην αεροπορία. Μετά το τέλος του πολέμου ο Χέλερ σπούδασε αγγλική φιλολογία και στράφηκε στη διδασκαλία και, στη συνέχεια, στη διαφήμιση. Eυτυχώς, ήταν ασχολίες που του άφηναν το περιθώριο ελεύθερο για τη συγγραφή των βιβλίων του.  Το έργο του Catch 22 πρωτοκυκλοφόρησε το 1961. Το βιβλίο απέκτησε φανατικούς οπαδούς, πολύ πριν χαρακτηριστεί κλασικό έργο της αμερικανικής λογοτεχνίας. Μέχρι σήμερα έχει πουλήσει 10 εκατ. αντίτυπα μόνο στις ΗΠΑ. Ο Χέλερ βάσισε τη νουβέλα του σε προσωπικές του εμπειρίες, στην Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του Β” Παγκοσμίου Πολέμου. Ήταν πιλότος βομβαρδιστικού και είχε εκτελέσει 60 αποστολές πάνω από την Ιταλία. Στο τέλος του πολέμου απολύθηκε με το βαθμό του Ανθυποσμηναγού.

10. Ο Τζέιμς Τζόυς ένας από τους κορυφαίους λογοτέχνες του 20ου αιώνα. είχε σινεμά. Ιρλανδός στην καταγωγή του και ένας ακόμη από τους συγγραφείς της παγκόσμιας λογοτεχνίας που κεντρίζει το ενδιαφέρον μας. Είναι γνωστός για το συγγραφικό του έργο «Οδυσσέα». Ο εν λόγω συγγραφέας κατέχει ρεκόρ αλλαγών σταδιοδρομίας. Πιανίστας, τραγουδιστής, όμως το πιο ωραίο είναι πως είχε το δικό του cinema μαζί με τη σύντροφό του Νόρα Μπάρνακλ. Το 1909 στο Δουβλίνο, ίδρυσαν την πρώτη κινηματογραφική αίθουσα, The Volta. Δυστυχώς, όμως τα πράγματα δεν πήγαν καλά και εγκατέλειψαν σύντομα τόσο το Δουβλίνο όσο και την επιχείρησή τους.




ΠΗΓΗ 
Jenny.gr

Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2015

Θέμα Ορισμού: Η Αστυνομική Λογοτεχνία

 

 

 

Το αστυνομικό μυθιστόρημα είναι ένα ξεχωριστό είδος λογοτεχνικής αφήγησης με κάποιους σταθερούς κανόνες γραφής που το διακρίνουν από τα άλλα λογοτεχνικά είδη. Πάνταασχολείται με κάποιο μυστήριο ή γρίφο σχετικό με την παραβίαση και την εφαρμογή των νομών και την ανάλογη έρευνα για τη λύση του.


[1]

Η εμφάνισή του ως ένα ιδιαίτερο αφηγηματικό είδος είναι ιστορικά καθορισμένη και έχει ως αφετηρία τις αρχές του 19ου αιώνα (στη Μ. Βρετανία και τη Γαλλία), οπότε και θεσμοθετείται κρατικά η αστυνομία ως μηχανισμός ελέγχου του εγκλήματος.

Η εμφάνισή του είναι επίσης καθορισμένη από τα κυρίαρχα λογοτεχνικά ρεύματα της εποχής και ειδικά από τον ρομαντισμό, όπου το αφηγηματικό παιχνίδι γύρω από μια μορφή ανώτερης ευφυΐας, θα αποτελέσει και την κινητήρια δύναμη της πλοκής του.

Το πρώτο γενικά παραδεκτό αστυνομικό αφήγημα θεωρείται το διήγημα του Ε.Α.Πόε Οι φόνοι της Οδού Μοργκ (1841) με ήρωα τον ερασιτέχνη ντετέκτιβ Ωγκύστ Ντυπέν. Όμως θα χρειαστούν εξήντα σχεδόν χρόνια μέχρι να αρχίσει το κοινό και οι κριτικοί να διακρίνουν την ύπαρξη ενός ξεχωριστού αφηγηματικού είδους που θα ονομαστεί στα αγγλικά detective story και στα ελληνικά συχνά αποδίδεται ως ιστορία μυστηρίου ή αστυνομική ιστορία. Εξήντα χρόνια για να απομακρυνθεί από την παραφιλολογία των φτηνών αναγνωσμάτων «αστυνομικής» υφής που προηγήθηκαν του Πόε.

Ένα από τα χαρακτηριστικά των αστυνομικών ιστοριών είναι πως σε κάθε φάση τους, ξεκινάνε συνήθως ως ένα παραλογοτεχνικό ρεύμα μέσα από ευτελή περιοδικά και έντυπα μέχρι να αποκρυσταλλωθούν σε μια διακριτή αφηγηματική φόρμα

Το είδος της αστυνομικής ιστορίας περιπέτειας και μυστηρίου θα καθιερωθεί στη Γαλλία με τον Εμιλ Γκαμποριώ και τον Μωρίς Λεμπλάν και κυρίως στην Αγγλία, όταν ο Άρθουρ Κόναν Ντόυλ δημιούργησε τον Σέρλοκ Χολμς (1886), συνεχιστή του ήρωα του Πόε, τον δημοφιλέστερο χαρακτήρα της αστυνομική λογοτεχνίας.

  Ο μεσοπόλεμος του 20ου αιώνα στην Ευρώπη θα ονομαστεί η Χρυσή Εποχή του αστυνομικού αφηγήματος, διότι στην Αγγλία η αστυνομική ιστορία υπερβαίνει το χώρο του διηγήματος ή της νουβέλας, όπως συνέβαινε έως τότε, και ανοίγεται στο μυθιστόρημα με διάσημη εκπρόσωπό της την Αγκάθα Κρίστυ.

Το κλειδί στην αφήγηση της Κρίστi βρισκόταν στην περιγραφή μιας κλειστής ομάδας -μια οικογένεια με κληρονομικά και νομικά προβλήματα, ένα χωριό, ένα ξενοδοχείο, μια παρέα σε ποταμόπλοιο, όπου όλοι έχουν ενοχική συμπεριφορά ύστερα από ένα έγκλημα και ο κύκλος των υπόπτων μεγαλώνει συναρπαστικά: υπάρχει πλέον θέση για μια εκτενή εξιστόρηση.

Στον Μεσοπόλεμο και λίγο μετά, ο Ζωρζ Σιμενόν με τον επιθεωρητή Μαιγκρέ, παρουσιάζει μια πλοκή ανάλογη με της Αγκάθα Κρίστι, αλλά με δυο σημαντικές καινοτομίες . Ο ντετέκτιβ για πρώτη φορά είναι ένας επαγγελματίας της ίδιας της επίσημης αστυνομίας και δεύτερον αναγνωρίζεται έντεχνα στην πλοκή η ύπαρξη των ανεξιχνίαστων εγκλημάτων ή του τυχαίου παράγοντα στη λύση των υποθέσεων, ένα καθοριστικό σημείο ρεαλισμού στη σχέση αστυνομικού μυθιστορήματος και πραγματικότητας.

Το αστυνομικό αφήγημα θα περάσει οριστικά με τον Ντάσσιελ Χάμμετ στη σφαίρα του ρεαλισμού. Ήρωάς του ο επαγγελματίας ιδιωτικός ντετέκτιβ. Η οπτική γωνία που επέλεξε ο Χάμμετ να διηγηθεί τις ιστορίες του (τις δεκαετίες του 20 και του 30) τον οδήγησε αμέσως να αφήσει στην άκρη τη βικτωριανή σκηνογραφία και την εκλογίκευση του μυστηρίου τύπου Σέρλοκ Χολμς, δίνοντας στο αστυνομικό μυθιστόρημα τη σύγχρονη μορφή του. Οι ήρωές του κινούνται στους σκοτεινούς δρόμους των μεγαλουπόλεων και επιβιώνουν τραυματικά ύστερα από την αμφίβολης σημασίας εξιχνίαση κάποιου εγκλήματος.

Το είδος αυτό θα ονομαστεί hard-boiled και thriller και στα ελληνικά θα αποδοθεί ως «σκληρό» αστυνομικό μυθιστόρημα ή θρίλερ. Η αφηγηματική δομή διαφέρει από τις ιστορίες μυστηρίου (detective stοries) στο γεγονός πως το ενδιαφέρον της αφήγησης μοιράζεται εξίσου μεταξύ της απάντησης στο ρώτημα ποιος το έκανε (των κλασικών αστυνομικών ιστοριών που στα αγγλικά αναφέρονται ως αφηγήματα τύπου Whodunit) και του ενεστώτα χρόνου της έρευνας. Ο Ρέημοντ Τσάντλερ και ο Ρος Μακντόναλντ είναι οι δύο από τους επιφανέστερους εκπροσώπους του είδους και θα συνεχίσουν να γράφουν σε αυτό το στυλ μέχρι τις αρχές του 1960.

Μια ιδιαίτερα επιτυχής εξέλιξη του αστυνομικού μυθιστορήματος ήρθε με τον συνδυασμό υποθέσεων οργανωμένου εγκλήματος, κρατικής κατασκοπίας και πολιτικής σκοπιμότητας με κλασικό έργο την Μάσκα του Δημήτριου, του Έρικ Άμπλερ, (1939) και σκηνικό τα Βαλκάνια παραμονές του πολέμου.

Μετά τον πόλεμο πήρε πιο καθαρά τη μορφή του κατασκοπευτικού μυθιστορήματος με αντιπροσωπευτικό έργο τον Κατάσκοπου που γύρισε από το κρύο του Τζων Λε Καρέ, (1961).

Σπουδαία έργα σε αυτό τον τομέα έδωσαν ο Γκράχαμ Γκρην και ο Φρίντριχ Ντύρενματ που μαζί με τον παιγνιώδη Χόρχε Λουίς Μπόρχες αποτελούν τους τρεις μεγάλους λογοτέχνες του 20 αιώνα, οι οποίοι ασχολήθηκαν με την αφήγηση αστυνομικών ιστοριών.

Μετά τον πόλεμο στην Αμερική εμφανίζεται ένα τρίτο είδος αστυνομικού μυθιστορήματος, που συνδυάζει την στραμμένη στο παρελθόν αφήγηση με την έρευνα σε ενεστώτα χρόνο. Το ψυχολογικό αστυνομικό μυθιστόρημα ή suspense novel, που έγινε γνωστό στην Γαλλία (με την ομώνυμη εκδοτική σειρά) και μετά στην Ευρώπη ως μαύρο μυθιστόρημα από έξι μυθιστορήματα του Κόρνελ Γούλριτζ που είχαν τη λέξη μαύρο στον τίτλο τους. – Η νύφη φορούσε μαύρα (1941), Η μαύρη κουρτίνα (1941), Το μαύρο άλλοθι (1942), Ο μαύρος άγγελος (1943), Το μαύρο μονοπάτι του φόβου (1944), Συνάντηση στα μαύρα (1948). Σε αυτά ο ήρωας έχει να λύσει μαζί με το «αστυνομικό» μυστήριο ένα προσωπικό του τραύμα, που εκδηλώνεται με τη μορφή αμνησίας, ψυχώσεων ή παραισθήσεων. Σήμερα με μαύρο μυθιστόρημα τείνουμε να εννοούμε όλη την αμερικανική παραγωγή μετά τον Χάμμετ, όπου ως ατμόσφαιρα το όνειρο της ευημερούσας κοινωνίας καταρρίπτεται.

Στη δεκαετία του ’50 έκανε αισθητή την παρουσία της η Πατρίτσια Χάισμιθ κυρίως με τα μυθιστορήματά της με ήρωα τον Τομ Ρίπλευ, έναν εγκληματία που κινείται στις παρυφές της σχιζοφρένειας. Με την Χάισμιθ έχουμε μια πλήρη αντιστροφή από τα καθιερωμένα του αισθήματος της ενοχής. Ο αναγνώστης ζει την εφιαλτική περιπέτεια του γοητευτικού εγκληματία να ξεφύγει από το νόμο και ανακουφίζεται όχι από τη σύλληψή του, αλλά από την ατιμωρησία του. «Έχουν πιο ενδιαφέρον αυτοί που παραβιάζουν τον νόμο από αυτούς που τον τηρούν και φυλάσσουν», έλεγε η Χάισμιθ.Έκτοτε η μεγάλη στροφή στο αστυνομικό μυθιστόρημα είναι η ύπαρξη και η γενεαλογία των «αρνητικών» ηρώων.

Στα σημαντικότερα έργα αστυνομικής λογοτεχνίας από το 1960 έως σήμερα, δεν πρωταγωνιστεί ο ευφυής ερασιτέχνης ή επαγγελματίας ντετέκτιβ, αλλά ένας δολοφόνος, ένας γκάνγκστερ , ένας διεφθαρμένος αστυνομικός (όπως για παράδειγμα στην Πρηνή θέση του σκοπευτή του Ζαν Πατρίκ Μανσέτ, 1981 ή στο Μεγάλο Πουθενά του Τζέημς Ελλρόυ, 1988).

Μετά τη δεκαετία του ’60 σημαντική ανάπτυξη γνωρίζει το αστυνομικό μυθιστόρημα στις Σκανδιναβικές χώρες και από τη δεκαετία του ’80 στις Μεσογειακές, για να το εμπλουτίσει ως προς τα θέματα και την σκηνογραφίας του, ακολουθώντας όμως λίγο ως πολύ τις πεπατημένες φόρμες αφήγησης με ήρωα έναν ευφυή μικροαστό κατά βάση ντετέκτιβ.

Επίσης, το αστυνομικό μυθιστόρημα στρέφεται πλέον συχνά προς το παρελθόν και το σχολιάζει με κριτική ματιά φωτίζοντας αθέατες πλευρές του. Όπως η Τριλογία του Βερολίνου του Φίλιπ Κερ (1991) , με σκηνικό τη ναζιστική Γερμανία ή η Τετραλογία του Λος Άντζελες του Τζέημς Ελλρόυ (1990), όπου παρουσιάζεται η Πόλη των Αγγέλων της δεκαετίας του ’50 πνιγμένη στη διαστροφή. Στρέφεται, όμως, ακόμα πιο πίσω όπως με τον σινολόγο Βαν Γκούλικ που δημιούργησε (τη δεκαετία του ’60) αστυνομικές ιστορίες στην Κίνα του 7ου αιώνα με πρωταγωνιστή τον δικαστή Τι.

Στη Σοβιετική Ένωση του προηγούμενου αιώνα και μέχρι το 1960 το αστυνομικό μυθιστόρημα θεωρείτο «αντιδραστικό» είδος αφήγησης και η παραγωγή του ήταν ελάχιστη. Για την ευρωπαϊκή αριστερά ο πάγος με το αστυνομικό μυθιστόρημα άρχισε να σπάει μετά το Μάιο του ’68 στη Γαλλία με τον Ζαν Πατρίκ Μανσέτ και λίγο αργότερα στην Ισπανία με το Φόνο στην Κεντρική Επιτροπή του Μανουέλ Β.Μονταλμπάν (1984), όπου έβαλε ένας μέρος της αριστεράς στο παιχνίδι της αστυνομικής αφήγησης.

Γενικά, πάντως, ενώ το αστυνομικό μυθιστόρημα αναπτύχθηκε κυρίως στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες δυτικού τύπου, από εθνολογική άποψη δεν φαίνεται να υπάρχουν όρια, τοίχοι και περιορισμοί. Με την τάση, μάλιστα, της παγκοσμιοποίησης του διεθνούς εμπορίου είναι βέβαιο ότι θα πέσουν και τα τελευταία. Εκτός από σημαντικά έργα στο Μεξικό και την Ιαπωνία, ήδη έχουμε ήρωες από την φυλή των Νάβαχο, ντετέκτιβ στην Τανζανία και τη Νότια Αφρική, την Ισλανδία και την Ινδία, ακόμα και στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας, από συγγραφέα όμως που για την ώρα ζει στην αλλοδαπή.

[2]

Το αστυνομικό αφήγημα στην Ελλάδα γνώρισε τη χρυσή εποχή του στα χρόνια μεταξύ 1950 –1967 και ήρθε μέσα από τα περιοδικά Μάσκα και Μυστήριο που ξεπέρασαν μαζί τα 700 τεύχη, μέσα από τα διηγήματα και τις νουβέλες που δημοσιεύονταν σε γυναικεία περιοδικά μεγάλης κυκλοφορίας, όπως το Ρομάντζο, ο Θησαυρός, το Πάνθεον, η Γυναίκα κ.α., μέσα από τις νουβέλες ή τα μυθιστορήματα που δημοσιεύονταν σε συνέχειες από τις εφημερίδες και τέλος μέσα από τα βιβλία τσέπης που έβγαζαν κυρίως οι εκδόσεις Πεχλιβανίδη.

Ένα μέρος του αποτελεί συνέχεια των λαϊκών αναγνωσμάτων του 19ου και των πρώτων δεκαετιών του 20ου και μια μεταφορά της αμερικανικής κυρίως μαζικής κουλτούρας και παραφιλολογίας που δημιούργησε το «σκληρό» αστυνομικό μυθιστόρημα τη δεκαετία του 20 και έκτοτε συνέχισε να το συνοδεύει. Η ελληνική εκδοχή περιείχε επίσης και όλη την γκάμα των ηρώων της αγγλικής και γαλλικής παραφιλογίας.

Από τις σελίδες της Μάσκας (έτος ίδρυσης 1935) παρελαύνουν Χολμς, Αρσέν Λουπέν, Πίνκερτον, Ντετέκτιβ Φάντασμα, Ντετέκτιβ «Χ», Γκόρντον Ρεξ (Αράχνη), Ηρακλής Πουαρώ, Νυχτερίδα, Λέμμυ Κώσιον, Λωποδύτης-Φάντασμα, Πράκτορας 5, Ίσκιος, Νήρο Γουλφ, ο Άγιος (Σάιμον Τέμπλαρ) αλλά και εγχώριες δημιουργίες, όπως ο «αθέατος» ντετέκτιβ Μάρτιν Μπεγκ και ο επιθεωρητής Ντέηβις, του Φέλιξ Καρ (ψευδώνυμο του Ορφέα Καραβία, 1899-1975), όπως η Φρόυλάιν Γκοστ του Νίκου Μαράκη (1904-1973) ή ο ελληνοαμερικανός Νικ Λέρτας που εμφανίζεται σε ανυπόγραφα διηγήματα.

Το 1938 η Ελένη Βλάχου αρχίζει να δημοσιεύει στην Καθημερινή ένα αστυνομικό μυθιστόρημα σε συνέχειες Το μυστήριο της ζωής του Πέτρου Βερίνη, ενώ ο Παύλος Νιρβάνας είχε δημοσιεύσει το 1928 Το έγκλημα στο Ψυχικό, που αποτελεί μια παρωδία του είδους.

Η διάδοση του αστυνομικού αφηγήματος είχε αρχίσει από το Μεσοπόλεμο, αλλά την ανέστειλε η γερμανική Κατοχή και τα Δεκεμβριανά. Από το 1946 όμως και μετά, καθώς οι εμφύλιες συγκρούσεις περιορίστηκαν στον ορεινό όγκο της Μακεδονίας, η ζωή στις πόλεις τράβηξε το δρόμο της. Η Μάσκα επανεκδόθηκε το 1946.

Το αστυνομικό αφήγημα ήταν από τα ελάχιστα είδη που σημάδεψαν τον πεζό λόγο της εποχής ως προς την θεματολογία και τη γραφή του έστω και με παράδοξο ή ανορθόδοξο τρόπο.

Ταυτόχρονα ήταν ένα είδος υπό διωγμό: η χωροφυλακή εξέδιδε εγκυκλίους που έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου στους νέους για τη βλαβερή επιρροή των αστυνομικών αναγνωσμάτων, διότι τους έθιζαν στο έγκλημα, η κομμουνιστική αριστερά, διότι αποτελούσε αντανάκλαση της αστικής ιδεολογικής παρακμής και εργαλείο αποπροσανατολισμού από την ταξική πάλη, ενώ και οι δύο συμφωνούσαν πως λογοτεχνικά δεν ήταν παρά ένα θλιβερό παραφιλολογικό φαινόμενο.

Όμως στον κυκεώνα εκείνων των χρόνων, η ανάγνωση της Μάσκας και του Μυστήριου (έτος ίδρυσης 1952) αποτελούσε και μια πράξη απόδρασης από τα ψυχροπολεμικά διλήμματα της μετεμφυλιακής περιόδου κι επανόδου σε πιο πεζά, καθημερινά θέματα που παρουσιάζονταν και με μια δόση ειρωνείας ή και χιούμορ.

Τα διηγήματα με εγχώρια πλοκή στη Μάσκα και το Μυστήριο είχαν μια μυρουδιά από «σκληρό» αμερικανικό αφήγημα όταν περιέγραφαν ουδέτερες πολιτικά ζώνες και περιοχές –μπαρ, πουτάνες, ιππόδρομο, κλοπές κοσμημάτων, μοιραίες γυναίκες, πλούσιους καψούρηδες.

Στην μεταπολεμική Ελλάδα ευδοκίμησε εντυπωσιακά ένα πολύ χαρακτηριστικό είδος ελαφρού θεάματος και αναγνώσματος. Η τυπολογία του αναγνωρίζεται εύκολα στον εμπορικό κινηματογράφο. Πρόκειται για μια επιτυχημένη ελληνική συνταγή ενός κινηματογραφικού είδους που γνώρισε δόξες στο Μεσοπόλεμο στην Ευρώπη και την Αμερική – έχει γερμανικές ρίζες και καλλιτεχνική του εκδοχή μεταξύ άλλων το σκηνοθέτη Ερνστ Λιούμπιτς.

Το ελαφρύ θέαμα, ένα μίγμα μελοδράματος, ανέμελης πλοκής, πλούσιας και καλής ηθοποιίας χαρακτήρων, κατέκτησε τον κινηματογράφο με αφετηρία το προσφιλές αθηναϊκό θέατρο και το ραδιόφωνο. Η αξιοποίηση του δυναμικού των ανθρώπων του ελαφρού θεάματος ή ακροάματος στο σινεμά δημιούργησε συλλογικούς κανόνες ονειροπόλησης τόσο αποδεκτούς από το κοινό, ώστε το καθήλωσε επί δεκαετίες στα προϊόντα εκείνης της εποχής, μια που από το 1970 και μετά το είδος ουσιαστικά έπαψε να παράγεται.

Στην ίδια γενική τυπολογία ανήκουν και τα αστυνομικά μυθιστορήματα της εποχής. Το Έγκλημα στο Κολωνάκι του Γιάννη Μαρή (1953) έπαιξε το ρόλο του μοντέλου προς μίμηση και πολλοί άρχισαν να το αντιγράφουν ως προς το κλίμα, το είδος του μυστηρίου, τους χαρακτήρες και τις κοινωνικές αναφορές του. Ο Χρήστος Χαιρόπουλος γράφει τα Καλλιστεία θανάτου, ο Τάκης Παπαγεωργίου το Τέλειο άλλοθι, και ο Ανδρόνικος Μαρκάκης (1924-2007) -η πιο τυπική περίπτωση όλων καθώς είναι ο δημιουργός των ραδιοφωνικών σειρών Τζων Γκρηκ, Μισέλ Μαρσέφ, το Σπίτι των ανέμων με τον δικηγόρο Λαμπίρη και σωρείας αστυνομικών γρίφων στα γυναικεία περιοδικά- γράφει το Ο σκοτωμένος γυρεύει άλλοθι και το Ένα πτώμα στο Ψυχικό. Η Αθηνά Κακούρη τέλος θα ακολουθήσει με διηγήματα στο ίδιος ύφος.

Ο Γιάννης Μαρής (1916-1979) αποτελεί εκπρόσωπο μιας ολόκληρης σχολής εγχώριου «ελαφρού» αστυνομικού μυθιστορήματος, σε αντιδιαστολή με το «σκληρό» αφήγημα της Μάσκας και του Μυστήριου. Ο Μαρής με τα πενήντα σχεδόν μυθιστορήματα που έγραψε ήταν ο πιο δημοφιλής συγγραφέας της εποχής του. Χωρίζονται στα αθηναϊκά, σε αυτά που διαδραματίζονται στο Θεσσαλικό κάμπο και σε αυτά της Μυκόνου, της Ύδρας και του Αγίου Όρους, ενώ ένα αναφέρεται στη Δικτατορία της 4ης Αυγούστου και τρία κάνουν αναδρομή στην Κατοχή. 

Στην πλοκή χρησιμοποιεί συχνά το τέχνασμα της πλαστοπροσωπίας, κάποιος που παίρνει τα χαρακτηριστικά και την ταυτότητα άλλου ή έρχεται από το σκοτεινό παρελθόν. Μερικές φορές ο φονιάς είναι γυναίκα Επίσης έχει χρησιμοποιήσει κι αυτός το μυστήριο του κλειστού δωματίου.

Το «ελαφρύ» ελληνικό αστυνομικό μυθιστόρημα της δεκαετίας του ’50 και του ’60 έχει σχεδόν πάντα στο επίκεντρό του την έρευνα σε έναν κλειστό κύκλο ανθρώπων.

Στον Γιάννη Μαρή, η μεταφορά της ενοχικής συμπεριφοράς του Σιμενόν και της Κρίστυ στους μικροαστούς ή μεσοαστούς ήρωές του και ορισμένων πτυχών της αθηναϊκής ζωής, συνάρπαζαν τους αναγνώστες του που έβλεπαν ότι και σε αυτά τα αφηγήματα κάτι άλλο κρυβόταν πίσω από την καθημερινότητα, όπως και στη ζωή, καθώς μια ωραία μέρα η Αθήνα γέμισε τανκς, επιβλήθηκε στρατιωτικός νόμος και αυστηρότατη λογοκρισία.

Όταν πέρασε η λογοκρισία, υπήρχε πλέον απέχθεια για ό,τι το αστυνομικό και η εγχώρια παραγωγή σταμάτησε. Επιπλέον εμφανίζεται η τηλεόραση που αρπάζει τους κώδικες επικοινωνίας του «ελαφρού» θεάματος και αναγνώσματος και αλλάζει τα δεδομένα. Ο Γιάννης Μαρής εκδίδει το 1976 την Εξαφάνιση του Τζων Αυλακιώτη (ενός από τα καλύτερα έργα του), αλλά η εποχή έχει αλλάξει οριστικά.

Το αστυνομικό μυθιστόρημα στην Ελλάδα περνάει κρίση συγγραφική αλλά ακόμα μεγαλύτερη εκδοτική, όπου αντιμετωπίζεται ως είδος ταυτισμένο με την κακογραφία, τον φτηνό εντυπωσιασμό ή την πορνογραφία.

Άρχισε να εμφανίζεται ξανά από τα μέσα της δεκαετίας του 80. Ορόσημο υπήρξε η αστυνομική σειρά των εκδόσεων Άγρα που μετέφρασε και επιμελήθηκε ξανά κλασικούς της αστυνομικής φιλολογίας αντιμετωπίζοντας το αστυνομικό μυθιστόρημα ως λογοτεχνικό είδος. Η επανα-εισαγωγή του είδους άλλαξε και το κοινό του, που αυτή τη φορά αποτελείτο από ένα πιστό, αλλά σχετικά περιορισμένο πυρήνα βιβλιόφιλων, καλλιτεχνών ή διανοουμένων.

Παράλληλα είχαν ξεκινήσει και κάποιες πρώτες προσπάθειες παραγωγής εγχώριου συγγραφικού έργου. Τη δεκαετία του ’90 η συγγραφική παραγωγή στην Ελλάδα αστυνομικών μυθιστορημάτων και διηγημάτων γίνεται ορατή για να αποκτήσει μια σταθερή παρουσία την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα με 120 έργα αστυνομικής υφής, δεκαοκτώ συγγραφείς που να εκδίδουν από δύο και πλέον αστυνομικά αφηγήματα, δέκα συγγραφείς με ένα έργο αστυνομικής πλοκής , με πέντε συλλογικούς τόμους διηγημάτων και ορισμένες επανεκδόσεις της προδικτατορικής περιόδου. (βλ. σχετική βιβλιογραφία για τις δεκαετίες του ’80, του ’90 και την πρώτη δεκαετία του 2000).




ΠΗΓΗ
Ανδρέας Αποστολίδης





Δευτέρα 24 Αυγούστου 2015

Aγκάθα Κρίστι

10 αινίγματα για την ζωή της Αγκάθα Κρίστι
νοβελ. 1jpg


«H βασίλισσα του εγκλήματος», η γυναίκα που άλλαξε το αστυνομικό μυθιστόρημα, η δημοφιλέστερη συγγραφέας όλων των εποχών, «έφυγε» στις 12 Ιανουαρίου 1976, στα 85 της.
Πέθανε  ήσυχα, στο σπίτι της από φυσικά αίτια, αφού πρώτα είχε περάσει μια ζωή γράφοντας αμέτρητες ιστορίες, με μυστηριώδεις, ανεξιχνίαστους, βίαιους, εξωφρενικούς θανάτους.  Αλλά πάλι, κανείς ποτέ δεν είπε πως η Αγκάθα Κρίστι δεν είχε χιούμορ…

Δέκα (ακόμα) αινίγματα από τη ζωή της

 

– Ποιοι συγγραφείς την επηρέασαν;

Κυρίως, ο Έντγκαρ Άλαν Πόε, και – φυσικά – ο σερ Άρθουρ Κόναν Ντόιλ, που η ίδια θεωρούσε «πατέρα του αστυνομικού μυθιστορήματος» Θαύμαζε εξίσου τα δύο μεγάλα δημιουργήματά του, τον Σέρλοκ Χολμς και τον Γουότσον, τον οποίο θεωρούσε «τελειότερο δημιούργημα και από τους δύο» «Ο Χολμς στην τελική, διαθέτει όλα τα αναγκαία υλικά μέσα ενώ ο Γουότσον– έλεγε –  έχει μόνο την προσωπικότητά του : είναι ένας αξιαγάπητος, αφελής, πιστός, τρελάρας, που κάνει πάντοτε λανθασμένους χειρισμούς, διατηρώντας ένα αίσθημα θαυμασμού απέναντι σε όλα…»

– Τι σχέση είχε με τις μυστικές υπηρεσίες ;

Καμία γνωστή μέχρι σήμερα. Ωστόσο, στο μυθιστόρημά της «Ν or Μ ?» («Το κυνήγι των κατασκόπων») που κυκλοφόρησε κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ένας χαρακτήρας με το όνομα «Major Bletchley» ισχυρίζεται, πολύ πειστικά,  ότι γνωρίζει απόρρητα κυβερνητικά μυστικά.. Κατά διαβολική σύμπτωση, ένας πολύ καλός φίλος της Αγκάθα Κρίστι, ο Ντίλι Νοξ, εργαζόταν σε κυβερνητική υπηρεσία, κοντά στο Bletchley Park. Θορυβημένη, η βρετανική υπηρεσία πληροφοριών (MI5) ξεκίνησε έρευνα για να διαπιστώσει αν τα μυστικά που γνώριζε ο χαρακτήρας του βιβλίου ήταν πραγματικά στοιχεία που είχε «διαρρεύσει» ο Νοξ. Φυσικά, ο Νοξ τα αρνήθηκε όλα, όμως η ΜΙ5 δεν πείστηκε. Στο τέλος, προθυμοποιήθηκε να ρωτήσει την  Αγκάθα γιατί είχε διαλέξει αυτό το όνομα για τον χαρακτήρα της κι εκείνη απάντησε με τυπικό εγγλέζικο φλέγμα : «Bletchley; Αγαπητέ μου, είχε κολλήσει εκεί το τρένο μου από την Οξφόρδη στο Λονδίνο και πήρα την εκδίκησή μου δίνοντας αυτό το όνομα σε έναν από τους λιγότερο αγαπητούς μου χαρακτήρες». Περιέργως, η ΜΙ5 βρήκε την απάντηση ικανοποιητική…

– Τι κρύβει το μυστήριο των «11 χαμένων ημερών» από τη ζωή της ;

Κάποτε, η Αγκάθα Κρίστι είχε εξαφανιστεί για 11 συνεχόμενες μέρες – κι αυτό είναι το μοναδικό, μέχρι σήμερα άλυτο μυστήριο της ζωής της. Συνέβη το 1926. Λίγες μέρες μετά το θάνατο της αγαπημένης μητέρας της, η Αγκάθα ανακάλυψε ότι ο – πρώτος- συζυγός της, ο αξιωματικός της Αεροπορίας Άρτσιμπαλντ Κρίστι την απατούσε συστηματικά με τη γραμματέα του, μια ομορφούλα ονόματι Νάνσι Νιλ. Καυγάδισαν κι εκείνος της ζήτησε διαζύγιο. Στις 3 Δεκεμβρίου του 1926 η Αγκάθα φίλησε την κόρη της για καληνύχτα, μπήκε στο μικρό, διθέσιο αυτοκίνητό της και έφυγε. Το αυτοκίνητό της βρέθηκε άδειο, μερικά μίλια μακριά από το σπίτι της – στο πίσω κάθισμα, τα ρούχα της, ένα κουβάρι. Η Αγκάθα δεν ήταν πουθενά.
Επί 11 μέρες, οι εφημερίδες και το ραδιόφωνο βοούσαν.Επί 11 μέρες, 15.000 εθελοντές «χτένιζαν» την περιοχή, καθώς και το βυθό των κοντινών λιμνών. Μοιραία, οι υποψίες για το τι απέγινε η Αγκάθα, άρχισαν να βαραίνουν τον άντρα της. Όταν πια όλοι είχαν πιστέψει στην ενοχή του, εκείνη εντοπίστηκε τυχαία, σώα και αβλαβής, στο Old Swan Hotel, ένα ξενοδοχείο με σπα στο Harrogate. Η Αγκάθα Κρίστι ποτέ δεν αποκάλυψε το λόγο της εξαφάνισής της, πράγμα που έκανε τις φήμες να οργιάσουν. Είχε πάθει μερική αμνησία λόγω κάποιου ατυχήματος; Ήταν διαφήμιση για το επόμενό της βιβλίο; Προσπάθησε να εμπλέξει το σύζυγό της σε ανθρωποκτονία; Κανείς δε γνωρίζει. Πάντως ένα είναι σίγουρα : η Αγκάθα έκλεισε το δωμάτιο του ξενοδοχείου στο όνομα «Nιλ», το επίθετο της ερωμένης του συζύγου της, που αργότερα θα γινόταν και γυναίκα του. Σύντομα, όλη η Αγγλία θα μάθαινε για την απιστία του. Η «βασίλισσα του εγκλήματος» σίγουρα ήξερε να εκδικείται…

– Γιατί ξαναπαντρεύτηκε – και μάλιστα έναν αρχαιολόγο ;

Ίσως γιατί είχαν κοινά ενδιαφέροντα. Την άνοιξη του 1930, όταν ο Μαξ Μαλόουαν της ζήτησε να παντρευτούν, τη ρώτησε. «Σε πειράζει που το επάγγελμά μου είναι να βγάζω πεθαμένους από το χώμα;» Και εκείνη του απάντησε: «Καθόλου, αγάπη μου. Όπως ξέρεις, λατρεύω τα πτώματα».Πέρα απ’αυτό, ερωτεύτηκε με πάθος τον δεύτερο σύζυγο της,  έναν διακεκριμένο- και 13 χρόνια μικρότερό της-  Βρετανό αρχαιολόγο. Της άρεσε μάλιστα να τον συνοδεύει στις ανασκαφές του και να τον βοηθά, καθαρίζοντας τα αντικείμενα, να ταιριάζει τα θραύσματα με τα πήλινα αγγεία και να τα καταχωρεί σε καταλόγους. Τα πρωινά, έγραφε.

– Γιατί κανείς, ποτέ, δεν βρίσκει τον ένοχο στα βιβλία της ;

Διότι απλούστατα, ένα από τα αγαπημένα της κλισέ ήταν να «φορτώνει» το έγκλημα στο πρόσωπο που συγκέντρωνε τις λιγότερες υποψίες. Το 2007, ο Άγγλος sci-fi συγγραφέας Μπράιαν Άλντις, υποστήριξε σε μια συνέντευξη που έδωσε, ότι η Αγκάθα Κρίστι του είχε πει ότι έγραφε όλα τα βιβλία της ως το τελευταίο κεφάλαιο, τα διάβαζε, αποφάσιζε ποιος χαρακτήρας φάνταζε λιγότερο ύποπτος κι αμέσως μετά, επενέβαινε αναδρομικά στο κείμενο, κάνοντας τις απαραίτητες, ανεπαίσθητες μικροαλλαγές ώστε να μπορεί να «ενοχοποιήσει» αυτό τον χαρακτήρα, στο φινάλε. Αληθινά εγκληματικό…

– Ποια ήταν η γνώμη της για τον καλύτερο ήρωά της ;

Όπως συνέβη με τον Σερ Άρθουρ Κόναν Ντόιλ και τον Σέρλοκ Χολμς, και η Κρίστι σταδιακά, άρχισε να αισθάνεται αμήχανα με τον Ηρακλή Πουαρό, να τον βαριέται, να τον απεχθάνεται. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’30 θα σημείωνε στο ημερολόγιό της, πως έβρισκε «ανυπόφορο» τον ήρωα που η ίδια είχε δημιουργήσει και μέχρι το τέλος των ’60’s θα δήλωνε απερίφραστα πως ο Πουαρό ήταν ένα «εγωκεντρικό κάθαρμα». Παρ’όλα αυτά, σε αντίθεση με τον Ντόιλ, η ίδια έβλεπε τον εαυτό της λιγότερο σαν συγγραφέα και περισσότερο ως «ψυχαγωγική μηχανή», που σκοπό είχε να δίνει στο κοινό της ό,τι του άρεσε. Και το κοινό της λάτρευε τον Ηρακλή Πουαρό…

– Γιατί, ποτέ δεν «συναντήθηκαν» στα βιβλία της ο Ηρακλής Πουαρώ και η Μις Μαρπλ ;

Την απάντηση την έδωσε η ίδια σε μια παλιά συνέντευξη, που ηχογραφήθηκε και «ανακαλύφθηκε» εκ νέου το 2008. « Ο Ηρακλής Πουαρό, αυτός ο παλιο-εγωίσταρος, ασφαλώς δεν θα ήθελε κανέναν να μπλέκεται στα πόδια του, να προσπαθεί να του μάθει τη δουλειά του και να του κάνει υποδείξεις – πόσω μάλλον μια γριά γεροντοκόρη…»

– Βοήθησε ποτέ στη διαλεύκανση ενός πραγματικού εγκλήματος ;

Η ίδια όχι, τα έργα της όμως κατάφεραν να αποτρέψουν ένα. Το 1976, τη χρονιά που πέθανε η Αγκάθα, ένα κοριτσάκι 19 μηνών από το Κατάρ, μεταφέρθηκε εσπευσμένα στο νοσοκομείο Χάμερσμιθ, στο Λονδίνο, σχεδόν μισοπεθαμένο, από μια μυστηριώδη,  άγνωστη αρρώστια.. Για καλή του τύχη, μια νοσοκόμα πρόσεξε πως τα συμπτώματα του παιδιού, ήταν ίδια με εκείνα που είχε το θύμα μιας δηλητηρίασης από θάλλιο στο μυθιστόρημα της Αγκάθα «Φόνοι υπό Εχεμύθεια»  (σ.σ. η συγγραφέας είχε δουλέψει ως εθελόντρια νοσοκόμα στη διάρκεια του Α’Παγκοσμίου πολέμου και γνώριζε πολλά για τα δηλητήρια). Όταν το ανέφερε, οι γιατροί εξέτασαν τα επίπεδα θαλλίου στον οργανισμό του παιδιού και βρήκαν πως ήταν 10 φορές πάνω από το φυσιολογικό. Του χορήγησαν την κατάλληλη θεραπεία και το κοριτσάκι σώθηκε. Αργότερα, οι έρευνες έδειξαν πως οι γονείς του, κατά λάθος, είχαν κάνει χρήση εντομοκτόνων που περιείχαν θάλλιο.

– Γιατί είναι η δημοφιλέστερη συγγραφέας διεθνώς ;

Παρότι αυτή η ερώτηση ακούγεται ολοένα και συχνότερα, η απάντηση –  όπως και στα μυστήρια της Κρίστι – είναι πως δεν υπάρχει κανένα πραγματικό μυστήριο σ’αυτό. Η «αλήθεια» (λένε καθηγητές, φιλόλογοι, βιβλιοκριτικοί κ.λπ) βρίσκεται μπροστά στα μάτια μας : ο μοναδικός «ένοχος» είναι η γραφή της Αγκάθα, το απλό, υπνωτιστικό, λογοτεχνικό της ύφος – τόσο άμεσο, αλλά και τόσο σαγηνευτικό που δεν επιτρέπει στους αναγνώστες της να παρατήσουν στη μέση οποιοδήποτε βιβλίο της. Η απόδειξη, βρίσκεται στα νούμερα : 66 αστυνομικά μυθιστορήματα, (και άλλες 14 νουβέλες, ρομάντζα, συλλογές, διηγημάτων κ.λπ) και 19 θεατρικά έργα που έχουν μεταφραστεί σε 103 γλώσσες και έχουν πουλήσει 4 δισεκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως ! Όπως συνηθίζουν να λένε οι Άγγλοι «μόνο η Βίβλος και ο Ουίλιαμ Σέξπιρ έχουν πουλήσει περισσότερα βιβλία από την Αγκάθα Κρίστι…»

– Ποιες κατηγορίες ανθρώπων διαβάζουν αστυνομικά μυθιστορήματα ; (Τι πίστευε η ίδια)

Η απάντηση βρίσκεται σε ένα δοκίμιο της δεκαετίας του 30 – χαμένο για πολλά χρόνια – όπου η Κρίστι εκθέτει τις σκέψεις της σχετικά με την τέχνη του αστυνομικού μυθιστορήματος.
«Ποιοί διαβάζουν αστυνομικά και γιατί; Κατά κανόνα, οι πολυάσχολοι. Οι εργαζόμενοι ανά την υφήλιο. Όσοι κατέχουν υψηλές θέσεις στον επιστημονικό κόσμο, ακόμα και αν δε διαβάζουν τίποτε άλλο, φαίνεται ότι βρίσκουν χρόνο για ένα αστυνομικό ∙ ίσως γιατί το αστυνομικό συνεπάγεται την απόλυτη χαλάρωση και σε παρασέρνει σε μία απόδραση από τη ρουτίνα της καθημερινότητας. Επίσης, είναι τονωτικό, όπως το παζλ, και αποτελεί μία πρόκληση για το μυαλό. Οξύνει τον νου και σε θέτει σε πνευματική εγρήγορση, γιατί για να παρακολουθήσεις από κοντά την πλοκή του, απαιτείται αυτοσυγκέντρωση. Για να ανακαλύψεις τον δολοφόνο, χρειάζεται οξυδέρκεια και ορθολογική σκέψη. Έχει ωστόσο και αθλητικό ενδιαφέρον, και μάλιστα είναι πολύ λιγότερο δαπανηρό σε σχέση με τα στοιχήματα στον ιππόδρομο ή τον τζόγο στα χαρτιά. Οι ηθικές αξίες που προβάλλει, είναι συνήθως θεμιτές και εξαιρετικά σπάνια ο κεντρικός ήρωας του βιβλίου είναι ο εγκληματίας. Το κοινωνικό σύνολο συστρατεύεται για να τον κυνηγήσει και ο αναγνώστης μπορεί να απολαύσει την καταδίωξη σε όλο της το μεγαλείο, χωρίς να μετακινηθεί από την αναπαυτική πολυθρόνα του….»



ΠΗΓΗ
ladylike.gr

Γουίλιαμ Σαίξπηρ

13 λέξεις που χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα και αποδίδονται στον Σαίξπηρ!

 

O Σαίξπηρ θεωρείται δημιουργός χιλιάδων λέξεων της Αγγλικής γλώσσας, αρκετές εκ των οποίων χρησιμοποιούνται σε καθημερινή βάση ακόμα και σήμερα.

 

Όπως οι εξισώσεις στην Άλγεβρα, τα αξιώματα στη Γεωμετρία ή οι Νευτώνειοι νόμοι στη Φυσική, έτσι και τα θεατρικά έργα του Σαίξπηρ αποτελούν ένα από τα πλέον πολυσυζητημένα αντικείμενα συζήτησης αναμεταξύ των Βρετανών μαθητών, οι οποίοι, συχνά παραπονούμενοι, αναρωτιούνται : "Μα πότε θα μας χρειαστούν τελικά στην πραγματικότητα όλες αυτές οι γνώσεις ;"
Πολύ συχνά απ' ότι φαίνεται, μιας και ο Σαίξπηρ, εκτός από σημαντικότατος ποιητής και θεατρικός συγγραφέας, θεωρείται και δημιουργός χιλιάδων λέξεων της Αγγλικής γλώσσας, αρκετές εκ των οποίων χρησιμοποιούνται σε καθημερινή βάση ακόμα και σήμερα.

Εκτός, λοιπόν, πολλών τραγικών, κωμικών ή κωμικοτραγικών συμβάντων που ενδεχομένως όλοι μας βιώσουμε στη ζωή μας και ίσως κάποιοι παραλληλίσουμε με τα έργα του Σαίξπηρ, καλό είναι να γνωρίζουμε ότι μερικές από τις λέξεις που συναντάμε στα έργα του, όπως π.χ. οφθαλμικός βολβός ("eyeball"), μοδάτος ("fashionable") και διευθυντής ή/και διαχειριστής ("manager") αποδίδονται στον ίδιο τον Βρετανό συγγραφέα.
Βέβαια, πέραν της αδιαμφισβήτητης ευφυίας, ταλέντου και πληθωρικότητας του Σαίξπηρ, οι λεξιπλασίες που συναντάμε στο έργο του μπορούν γενικότερα να αποδοθούν και στην ιδιαίτερα ευμετάβλητη και δημιουργική περίοδο που διάνυσε η Αγγλική γλώσσα κατά την Αναγέννηση, εποχή κατά την οποία έζησε μάλιστα και πάραξε το συγγραφικό του έργο ο Σαίξπηρ, συχνά επηρεασμένος από τους αρχαίους Έλληνες τραγωδούς. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι περί τις 10.000 με 12.000 λέξεις εμπλούτισαν και εξέλιξαν κατά την περίοδο αυτή την Αγγλικά γλώσσα, αρκετές εκ των οποίων αποτελούν δάνεια από άλλες γλώσσες, πολλές φορές ως αποτέλεσμα της αποικιοποίησης και των πολέμων που χαρακτήρισαν την περίοδο αυτή.

Αν και είναι δύσκολο να είναι κανείς βέβαιος για την "πατρότητα" των λέξεων αυτών, οι ρίζες των οποίων χάνονται στα βάθη των χρόνων, αρκετές από αυτές φαίνεται να αποδίδονται στον Σαίξπηρ, τουλάχιστον σύμφωνα με το Λεξικό της Αγγλικής γλώσσας της Οξφόρδης ("Oxford English Dictionnary"), το οποίο είναι ιδιαίτερα γνωστό για την καταγραφή της προέλευσης των λημμάτων που εμπεριέχει.

Επομένως, προτού βιαστείτε να κρίνετε τον Σαίξπηρ ως παλιομοδίτη, τον βάλετε στο ράφι και τον αντικαταστήσετε με άλλους σύγχρονους συγγραφείς, μπορείτε να τον ευχαριστήσετε πρώτα για τον γλωσσικό πλούτο που προσέφερε στην Αγγλική γλώσσα, όπως αυτός αναλύεται σε τουλάχιστον 1.700 λέξεις!

"Gloomy"
Ορισμός: Ζοφερός, σκοτεινός, μελαγχολικός.
Προέλευση: Το ρήμα "gloom" προϋπήρχε προτού ο Σαίξπηρ το τρέψει σε επίθετο σε ορισμένα από τα έργα του.
Παράθεμα: "Forced in the ruthless, vast, and gloomy woods?" - Τίτος Ανδρόνικος.


"Laughable"
Ορισμός: Γελοίος, καταγέλαστος.
Προέλευση: Προέρχεται από το ρήμα "laugh".
Παράθεμα: "Though Nestor swear the jest be laughable." - O Έμπορος της Βενετίας.


"Μajestic"
Ορισμός: Μεγαλοπρεπής, επιβλητικός, αρχοντικός.
Προέλευση: Από τη λέξη "majesty", η οποία πρωτοεμφανίστηκε περί το 1300 και αποδίδεται στα ελληνικά ως μεγαλείο, μεγαλοπρέπεια, επιβλητικότητα.
Παράθεμα: "This is a most majestic vision" - Η Τρικυμία


"Lonely"
Ορισμός: Μοναχικός, απομονωμένος (κατάσταση που συνήθως συνοδεύεται από αίσθημα στεναχώριας).
Προέλευση: Από το επίθετο "alone", to οποίο συντμήθηκε αρχικά σε "lone" περί το 1400.
Παράθεμα: "Believe't not lightly – though I go alone / Like to a lonely dragon that his fen - Κοριολάνος.


"Radiance"
Ορισμός: Μεταφ. η ακτινοβολία που εκπέμπει ένα πρόσωπο όταν είναι χαρούμενο.
Προέλευση: Προέρχεταια πό το λατινικό "radiοr," που σημαίνει ακτινοβόλος.
Παράθεμα: "For by the sacred radiance of the sun" - Βασιλιάς Ληρ.


"Hurry"
Ορισμός: Φούρια, βιασύνη.
Προέλευση: Πιθανότατα προέρχεται από το ρήμα "harry".
Παράθεμα: "Lives, honors, lands, and all hurry to loss." - Ερρίκος ΣΤ' - Μέρος 1ο.


"Generous"
Ορισμός: Γενναιόδωρος, γαλαντόμος, ανοιχτοχέρης
Προέλευση: Από το λατινικό "generosus" (δηλ. ευγενούς καταγωγής), το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από το αρχαιοελληνικό "γέννος".
Παράθεμα: "Free me so far in your most generous thoughts / That I have shot mine arrow o'er the house / And hurt my brother." - Άμλετ.


"Frugal"
Ορισμός: Λιτός, ολιγαρκής, οικονομικός, φειδωλός.
Προέλευση: Aπό το λατινικό "frugi" (δηλ. χρήσιμο, σωστό, άξιο, τίμιο)
Παράθεμα: "Chid I for that at frugal Nature's frame?" - Πολύ κακό για το τίποτα.


"Critical"
Ορισμός: Aποφασιστικός, κρίσιμος, επικριτικός.
Προέλευση: Από το λατινικό "criticus," το οποίο, με τη σειρά του, προέρχεται από το αρχαιοελληνικό "κριτικός" (κρίνω).
Παράθεμα: "For I am nothing if not critical" - Οθέλος.


"Courtship"
Ορισμός: Κόρτε, ερωτική πολυορκία, ερωτοτροπία.
Προέλευση: Το ουσιαστικό "Court" απέκτησε για πρώτη φορά "ερωτικό" περιεχόμενο περί το 1570 ενώ νωρίτερα ήταν σήμαινε βασιλική κατοικία (από τη γαλλική λέξη " cort").
Παράθεμα: "To courtship and such fair ostents of love" - O Έμπορος της Βενετίας.


"Zany"
Ορισμός: Αστείος, αλλόκοτος, γουστόζικος.
Προέλευση: Από το ιταλικό "zani" ή "Zanni" ή το ελληνικό "Γιάννη", εκδοχή του ιταλικού Giovanni ή του ελληνικού Ιώαννη αντίστοιχα, όπως και τα δύο προέρχονται από το εβραϊκό όνομα יוחנן (Γιοάναν), το οποίο παραδοσιακά μεταφράζεται στα ελληνικά ως "δώρο Θεού".
Παράθεμα: "Some carry-tale, some please-man, some slight zany" - Αγάπης Αγώνος Άγονος.


"Undress"
Ορισμός: Γδύνω, γδύνομαι.
Προέλευση: Το ρήμα "dress" προέρχεται από το γαλλικό "dresser," το οποίο, με τη σειρά του, σημαίνει "προετοιμάζω, τακτοποιώ". Ο Σαίξπηρ ήταν ο πρώτος που πρόσθεσε το πρόθεμα "un-".
Παράθεμα: "Madam, undress you and come now to bed." - Η Στρίγγλα που Έγινε Αρνάκι.


"Rant"
Ορισμός: Μιλάω έντονα, γκρινιάζω, παραληρώ.
Προέλευση: Από το ολλανδικό "randten", το οποίο με τη σειρά του σημαίνει "μιλάω βλακωδώς, ανοήτως". Παράθεμα:"I'll rant as well as thou" - Άμλετ.





ΠΗΓΗ
Κύρα Κάπη, Clickatlife.gr

Τετάρτη 11 Μαρτίου 2015

H Ζακλίν ντε Ρομιγύ και η ελληνική γλώσσα


«Δεν κατοικούμε μια χώρα, κατοικούμε μια γλώσσα» έλεγε ο Σιοράν· και αυτό είχε προσπαθήσει να αποδείξει η Ζακλίν ντε Ρομιγύ που κατοίκησε με πάθος την ελληνική γλώσσα. Το έργο της-και ευτυχώς, μεγάλο μέρος του είναι μεταφρασμένο στα ελληνικά- διαπερνάται από την αγάπη και την εμμονή για την ελληνική γλώσσα. Θυμάμαι την εντύπωση που είχε κάνει πριν από μερικά χρόνια το βιβλίο Pour l' amour du grec («Για τον έρωτα των ελληνικών»), που η Ζακλίν ντε Ρομιγύ συνυπέγραφε με έναν άλλον κορυφαίο Γάλλο ελληνιστή, τον Ζαν-Πιερ Βερνάν.

Υπό την διεύθυνση των δύο ελληνιστών, καμιά τριανταριά ειδικοί και μη, μεγάλες υπογραφές της φιλολογίας, της φιλοσοφίας, της λογοτεχνίας και των επιστημών αλλά και νέα πνεύματα όλων των επαγγελμάτων και των πειθαρχιών, είχαν κληθεί να παρουσιάσουν ένα σύντομο ελληνικό κείμενο και να εξηγήσουν γιατί θυμούνταν αυτό το κείμενο, γιατί τους σημάδεψε, γιατί το αγάπησαν, ποιες δυνατές ιδέες βρήκαν εκεί. Με το βιβλίο αυτό οι δύο ελληνιστές ήθελαν να αποδείξουν ότι τα ελληνικά δεν είναι μια υπόθεση ειδικών, μια εργαστηριακή συνάντηση άνευ νοήματος, αλλά μια συνάντηση παιδευτική, παιδαγωγική, μορφωτική για κάθε ανθρώπινο πνεύμα. 

Στο εντελώς πρόσφατο βιβλίο της Μαθήματα ελληνικών, που στα γαλλικά είχε κυκλοφορήσει το 2008 και στα ελληνικά το 2009 (εκδόσεις Ωκεανίδα) και που η τυφλή πιά Ζακλίν ντε Ρομιγύ είχε γράψει μαζί με τη μαθήτρια της Μονίκ Τρεντέ, η μεγάλη ελληνίστρια μας είχε κάνει μια ένεση αισιοδοξίας.

Εκεί που νομίζαμε ότι τα ελληνικά είχαν πεθάνει, η Ζακλίν ντε Ρομιγύ μας είπε ότι η κρίσητων ελληνικών, που είναι ταυτόχρονα και μια κρίση των ανθρωπιστικών σπουδών, θα είναι σύντομη και θα παρέλθει γρήγορα. «Οπως και να ΄χει- και για να παραμείνουμε στην εκπληκτική ιστορία μιας εξελικτικής πορείας που μας οδηγεί από τον 15ο αιώνα π.Χ. μέχρι τον 21ο- το σίγουρο είναι πως σαστίζει κανείς μπροστά στη δύναμη με την οποία διαδόθηκε η ελληνική γλώσσα μέσα από τόσες κρίσεις και αναγεννήσεις» έγραφε.Σ’αυτό το βιβλίο η Ρομιγύ υποστήριζε και κάτι άλλο πολύ σημαντικό: ότι η ελληνική γλώσσα δεν αποτελεί μόνο μέσο πρόσβασης στα ίδια τα κείμενα αλλά και το ότι η ποιότητά της διαμόρφωσε την ποιότητα των έργων.

Η απώλεια της Ζακλίν ντε Ρομιγύ μας προκαλεί να αναρωτηθούμε πόσες ευθύνες έχουμε εμείς οι Ελληνες για τη γλώσσα μας και πόσο αδιάφοροι στεκόμαστε απέναντι σε αυτό που ονομάζουμε « ελληνικά». Σίγουρα βρισκόμαστε στην εποχή των παγετώνων και αναρωτιόμαστε τι κάνουν όλοι αυτοί οι μανδαρίνοι που πλαισιώνουν επιτροπές παιδαγωγικών ινστιτούτων και άλλων πομπωδών σχημάτων. Αν κρίνουμε από τα περισσότερα σχολικά εγχειρίδια για τα οποία είναι υπεύθυνοι, η κατάσταση είναι απογοητευτική. 



ΠΗΓΗ
Μπακουνάκης Νίκος, ''Το Βήμα''

Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2014

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΜΟΡΦΩΣΗΣ (με την πέννα του Οδυσσέα Ελύτη)

 

 

...από μικρό παιδί αγαπούσα τη λογοτεχνία και ανακατευόμουνα με τα βιβλία. Κάποτε, μια παράξενη διαίσθηση με έκανε να σκέπτομαι ότι ένα άλλο στρώμα, βαθύτερο, κάτω από το στρώμα των φαινομένων, αποτελούσε την αληθινή ζωή. Και ότι η περιγραφική, η λογική τάξη του λόγου, όπως τη συναντούσα στα μυθιστορήματα που διάβαζα τότε, δεν κατόρθωνε πάντοτε να την αποδώσει. Αλλά ότι υπήρχε μια εντελώς διαφορετική χρήση της γλώσσας, που την έλεγαν λυρική και ότι αυτή είχε τη δύναμη να πλησιάζει και ν' αποκαλύπτει την πραγματικότητα στη βαθύτερη ουσία της, ήταν ένα πράμα που μήτε καν το υποψιαζόμουνα. 

Χρειάστηκε να περάσει καιρός. Είχα τελειώσει πια το γυμνάσιο, όταν, μια μέρα, ένα τυχαίο γεγονός με έφερε σε επαφή με μερικά από τα καλύτερα έργα συγχρόνων ευρωπαίων ποιητών. Είπα, ένα τυχαίο γεγονός. Αλλά η τύχη, όπως κατάλαβα αργότερα, για έναν ποιητή τουλάχιστον, δεν είναι η απλή σύμπτωση, αλλά το φανέρωμα μιας δύναμης που ο αόρατος μηχανισμός της μας διαφεύγει.
[....] Ως τη στιγμή που έπιασα την πέννα, η προσωπική εμπειρία μου ήταν εντοπισμένη σ' έναν πολύ συγκεκριμένο φυσικό χώρο, που ήταν ο χώρος του Αιγαίου. Ολόκληρη η κατασκευή μου άλλωστε, και η αγωγή μου μπορώ να πω, ήταν νησιωτική - γι' αυτό δεν υπήρχε αμφιβολία. Είχα γεννηθεί στην Κρήτη. 

Μέσα μου έκλεινα, σαν σε σπόρο, τη μνήμη μιας ατέλειωτης σειράς προγόνων από τη Λέσβο. Και είχα περάσει όλα τα μυθικά καλοκαίρια των παιδικών μου χρόνων σ' ένα μικρό νησί του Αργολικού, απ' αυτά που είχανε παίξει τόσο μεγάλο ρόλο στην Επανάσταση. 

Μέσα σ' αυτό το θαλασσινό σχολείο, ένα παιδί με μοναχικές τάσεις, ήτανε φυσικό ν' αποκτήσει μιαν εντελώς ιδιότυπη ευαισθησία. Η φαντασία μου αποθησαύριζε εικόνες που αργότερα, όσο μεγάλωνα, έμελλαν να πάρουν μέσα μου προεκτάσεις άλλες, αισθητικές, ψυχικές και ηθικές ακόμη. 

Ακρογιάλια έρημα μέσα στο εκτυφλωτικό φως του μεσημεριού' μουράγια με παλιά σκουριασμένα κανόνια' όρμοι παρθένοι κι ανέγγιχτοι, γεμάτοι από τη μυστική ζωή των ψαριών' κήποι κλειστοί και κρεμασμένοι πάνω από τον παφλασμό των κυμάτων' νύχτες που μυρίζανε δεντρολίβανο και ξεχειλίζανε από μυριάδες τριζόνια... 

Κι αυτά όλα, κατοικημένα από απίθανα πλάσματα, από μυθικές μορφές γυναικών με μακριά μαλλιά και διάφανα σώματα, που κρατούσαν κι έφερναν στα χέρια τους μιαν άλλου είδους αγνότητα. Αυτή ίσως που αντιστοιχούσε στο τοπίο και έλειπε από τη ζωή γύρω μου.

Μιαν αγνότητα από ολοκληρωμένες αισθήσεις, που καθαγίαζε ό,τι είχαμε συνηθίσει να ονομάζουμε ταπεινό ή χυδαίο, και που δεν ξεχώριζε το ιδανικό από την ύλη.
Από κει άρχισε να κεντρίζει το ενδιαφέρον μου ο μυστικός μηχανισμός των μεταμορφώσεων που έκλεινε σε λανθάνουσα κατάσταση η πραγματικότητα, και που μόνον η φαντασία μπορούσε ν' αποκαλύψει.



ΠΗΓΗ 
περιοδικό η λέξη - τ.164/165, Αύγ. 2001

Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου 2014

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ

24 Οκτωβρίου: 50 χρόνια πριν η Ελλάδα πήρε το πρώτο της Νόμπελ – Η συγκλονιστική ομιλία του Σεφέρη

Στην ανακοίνωση της η Ακαδημία της Στοκχόλμης σημείωνε πως o Γιώργος Σεφέρης πήρε το βραβείο εξαιτίας «της εξέχουσας λυρικής γραφής του, που εμπνέεται από βαθιά αισθήματα για τον Ελληνικό κόσμο του πολιτισμού». Ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός Μαυρομιχάλης χαρακτήρισε τη διάκριση «βαρυσήμαντον γεγονός».

Ο Γιώργος Παπανδρέου τηλεγράφησε στον ποιητή πως «είμαστε όλοι συγκινημένοι και υπερήφανοι για τη μεγάλη και δίκαιη τιμή που απεδόθη στο ελληνικώτατο έργο σου».

Τον Δεκέμβριο του 1963 μετέβη για την απονομή στην Στοκχόλμη και απήθυνε μια ομιλία που έχει μείνει ιστορική και διαβάζεται πάντα με σαφείς αναφορές στην ιστορική συνθήκη κάθε στιγμής.

«Τούτη την ώρα αισθάνομαι πως είμαι ο ίδιος μια αντίφαση. Αλήθεια, η Σουηδική Ακαδημία έκρινε πως η προσπάθειά μου σε μια γλώσσα περιλάλητη επί αιώνες, αλλά στην παρούσα μορφή της περιορισμένη, άξιζε αυτή την υψηλή διάκριση. Θέλησε να τιμήσει τη γλώσσα μου, και να – εκφράζω τώρα τις ευχαριστίες μου σε ξένη γλώσσα*. Σας παρακαλώ να μου δώσετε τη συγγνώμη που ζητώ πρώτα πρώτα από τον εαυτό μου.

Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα, και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα.

Άλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για την ανθρωπιά· κανόνας της είναι η δικαιοσύνη. Στην αρχαία τραγωδία, την οργανωμένη με τόση ακρίβεια, ο άνθρωπος που ξεπερνά το μέτρο πρέπει να τιμωρηθεί από τις Ερινύες. O ίδιος νόμος ισχύει και όταν ακόμη πρόκειται για φυσικά φαινόμενα: «Ήλιος ουχ υπερβήσεται μέτρα» λέει ο Ηράκλειτος· «ει δε μη, Ερινύες μιν Δίκης επίκουροι εξευρήσουσιν»*.

Συλλογίζομαι πως δεν αποκλείεται ολωσδιόλου να ωφεληθεί ένας σύγχρονος επιστήμων, αν στοχαστεί τούτο το απόφθεγμα* του Ίωνα φιλοσόφου. Όσο για μένα συγκινούμαι παρατηρώντας πως η συνείδηση της δικαιοσύνης είχε τόσο πολύ διαποτίσει την ελληνική ψυχή, ώστε να γίνει κανόνας και του φυσικού κόσμου. Και ένας από τους διδασκάλους μου, των αρχών του περασμένου αιώνα, γράφει: «...θα χαθούμε, γιατί αδικήσαμε...»*. Αυτός ο άνθρωπος ήταν αγράμματος· είχε μάθει να γράφει στα τριάντα πέντε χρόνια της ηλικίας του.

Αλλά στην Ελλάδα των ημερών μας, η προφορική παράδοση πηγαίνει μακριά στα περασμένα όσο και η γραπτή. Το ίδιο και η ποίηση. Είναι για μένα σημαντικό το γεγονός ότι η Σουηδία θέλησε να τιμήσει και τούτη την ποίηση και όλη την ποίηση γενικά, ακόμη και όταν αναβρύζει* ανάμεσα σ' ένα λαό περιορισμένο.

Γιατί πιστεύω πως τούτος ο σύγχρονος κόσμος όπου ζούμε, ο τυραννισμένος από το φόβο και την ανησυχία, τη χρειάζεται την ποίηση. Η ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα – και τι θα γινόμασταν, αν η πνοή μας λιγόστευε;

Είναι μια πράξη εμπιστοσύνης – κι ένας Θεός το ξέρει αν τα δεινά μας δεν τα χρωστάμε στη στέρηση εμπιστοσύνης.

Παρατήρησαν, τον περασμένο χρόνο, γύρω από τούτο το τραπέζι, την πολύ μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις ανακαλύψεις της σύγχρονης επιστήμης και στη λογοτεχνία· παρατήρησαν πως ανάμεσα σ' ένα αρχαίο ελληνικό δράμα και ένα σημερινό η διαφορά είναι λίγη. Ναι, η συμπεριφορά του ανθρώπου δε μοιάζει να έχει αλλάξει βασικά. Και πρέπει να προσθέσω πως νιώθει πάντα την ανάγκη ν' ακούει τούτη την ανθρώπινη φωνή που ονομάζουμε ποίηση.

Αυτή τη φωνή που κινδυνεύει να σβήσει κάθε στιγμή από στέρηση αγάπης και ολοένα ξαναγεννιέται. Κυνηγημένη, ξέρει πού να 'βρει καταφύγιο· απαρνημένη, έχει το ένστικτο να πάει να ριζώσει στους πιο απροσδόκητους τόπους. Γι' αυτή δεν υπάρχουν μεγάλα και μικρά μέρη του κόσμου.

Το βασίλειό της είναι στις καρδιές όλων των ανθρώπων της γης. Έχει τη χάρη ν' αποφεύγει πάντα τη συνήθεια, αυτή τη βιομηχανία. Χρωστώ την ευγνωμοσύνη μου στη Σουηδική Ακαδημία, που ένιωσε αυτά τα πράγματα· που ένιωσε πως οι γλώσσες, οι λεγόμενες περιορισμένης χρήσης, δεν πρέπει να καταντούν φράχτες, όπου πνίγεται ο παλμός της ανθρώπινης καρδιάς· που έγινε ένας Άρειος Πάγος ικανός: να κρίνει με αλήθεια επίσημη την άδικη μοίρα της ζωής,

– για να θυμηθώ το Σέλλεϋ*, τον εμπνευστή, καθώς μας λένε, του Αλφρέδου Νομπέλ, αυτού του ανθρώπου που μπόρεσε να εξαγοράσει την αναπόφευκτη βία με τη μεγαλοσύνη της καρδιάς του.

Σ' αυτό τον κόσμο, που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει ν' αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου και να βρίσκεται.

Όταν, στο δρόμο της Θήβας, ο Oιδίπους συνάντησε τη Σφίγγα κι αυτή του έθεσε το αίνιγμά της, η απόκρισή του ήταν: ο άνθρωπος. Τούτη η απλή λέξη χάλασε το τέρας. Έχουμε πολλά τέρατα να καταστρέψουμε. Ας συλλογιστούμε την απόκριση του Oιδίποδα.» 
ΠΗΓΗ
BriefingNews.gr

Κ.Π ΚΑΒΑΦΗΣ

Καβάφης, «ο σπουδαιότερος ανατόμος της επιθυμίας»

Ο μεταφραστής του Καβάφη Ντάνιελ Μέντελσον μιλάει αύριο στη Στέγη για «την Ιστορία και την επιθυμία στην καβαφική ποίηση»
Ο Αμερικανός κλασικιστής Ντάνιελ Μέντελσον, ένας από τους πλέον διακεκριμένους σύγχρονους μεταφραστές της καβαφικής ποίησης, από τους σημαντικότερους μελετητές του Ευριπίδη και έγκριτος αρθρογράφος των «New Yorker» και «New York Review of Books», θα μιλήσει αύριο στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών για την πολιτική διάσταση του καβαφικού έργου και τις διαχρονικές ανθρώπινες έννοιες που πραγματεύεται καθιστώντας το μοντέρνο. 
 «Είμαι σίγουρος ότι η τρέχουσα ελληνική κρίση θα ενέπνεε τον Καβάφη», υποστηρίζει ο κορυφαίος Αμερικανός μεταφραστής του Συνομιλητής του θα είναι ο λέκτορας Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης Δημήτρης Παπανικολάου.
Ο Μέντελσον, που υποστηρίζει ότι ζούμε «μια καβαφική στιγμή στην Ιστορία μας», δεν διστάζει να δηλώσει στην «Ε» ότι η καβαφική ποίηση μπορεί να αλλάξει τη ζωή των ανθρώπων, «όπως κάθε σπουδαία ποίηση. Αλλαξε και τη δική μου!». 

Ο τρόπος που αντιλαμβάνεται ο Αλεξανδρινός την Ιστορία, εστιάζοντας στον «ανώνυμο άνθρωπο» και στις ιστορικές οντότητες που «η Ιστορία έχει ξεχάσει», τον επηρέασε σε μεγάλο βαθμό όταν συνέγραφε το «Χαμένοι. Αναζητώντας έξι από τα έξι εκατομμύρια» («Πόλις»), το συγκλονιστικό χρονικό της αναζήτησης του χαμένου ιστορικού παρελθόντος της οικογένειάς του, θυμάτων των ναζί, που εξελίχθηκε σε διεθνές best seller.
«Τείνουμε να σκεπτόμαστε την Ιστορία μόνον ως κάτι το "σπουδαίο". Ο Καβάφης πάντα μας υπενθυμίζει ότι η Ιστορία παρασύρει εξαφανίζοντας εκατομμύρια ανθρώπων που οι ιστορίες τους ποτέ δεν θα ακουστούν, όπως έκανε, μεταξύ άλλων, στο "31 π.Χ. στην Αλεξάνδρεια" ή στον "Οροφέρνη" - ζωές που χάνονται εκτός και αν υπάρχει ασφαλώς ένας Καβάφης και γράψει γι' αυτές!», υποστηρίζει. 

Η σύγχρονη Ελλάδα της κρίσης δεν θα προκαλούσε μόνον αποστροφή στον ποιητή: «Είμαι σίγουρος ότι η τρέχουσα κρίση, αλλά και η Μεγάλη Ιδέα και οι επιπτώσεις της το 1920, θα τον ενέπνεαν», λέει με βεβαιότητα ο Μέντελσον. «Βεβαίως», διευκρινίζει ο κορυφαίος μεταφραστής του, «το να είσαι ο Καβάφης σημαίνει ότι δεν γράφεις για την κρίση αυτή καθ' εαυτήν. Θα αλίευε ιστορικά γεγονότα από την αρχαιότητα για να κάνει τη μεταφορά στη σημερινή κρίση. Ο Καβάφης απολάμβανε τις πλούσιες ειρωνείες που του παρείχει η σύγχρονή του πολιτική σκηνή, αλλά του άρεσε να την "ντύνει" με ιστορικά "ενδύματα". Το ίδιο θα έκανε και με τη σημερινή κρίση». 

«Εξάλλου, πολλά από τα καβαφικά ποιήματα αφορούν τη διεθνή πολιτική και τον τρόπο με τον οποίο αυτοκρατορίες και ιδεολογίες αναδύονται και καταρρέουν», προσθέτει ο 54χρονος καθηγητής του Bard College και μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Επιστημών. Και μας υπενθυμίζει όσα ποιήματά του τοποθετούνται τη χρονική στιγμή που συνυπάρχει ο παγανισμός με τον αναδυόμενο χριστιανισμό: «Ο Καβάφης, ως μαθητής της ανθρώπινης φύσης (εν τέλει της ίδιας της Ιστορίας), απολαμβάνει να βλέπει τον τρόπο που η εξουσία αλλάζει χέρια. Το πρωταρχικό ηθικό μέλημά του είναι να εξετάσει τον τρόπο που οι άνθρωποι διαχειρίζονται αυτή την απώλεια. Ο Βασιλιάς Δημήτριος, για παράδειγμα, επιδεικνύει το θαυμασμό του για τους ανθρώπους που γνωρίζουν πότε τελειώνει η παρουσία τους στη σκηνή του κόσμου και αποσύρονται ήρεμα. Τα ποιήματά του για τον Ιωάννη Κατακουζηνό είναι γεμάτα θαυμασμό για την ικανότητα του αυτοκράτορα να συνδυάζει το ρεαλισμό με τον ιδεαλισμό. Από την άλλη, ο Καβάφης απεχθάνεται φιγούρες σαν τον Νέρωνα που δεν μπορούν να διακρίνουν τι βρίσκεται μπροστά απ' τα μάτια τους. Ασφαλώς όλα αυτά μπορούν να σχολιάσουν τη σύγχρονη πολιτική!». 

Ο Μέντελσον διαρκώς αναπαράγει ένα χαρακτηρισμό αναφερόμενος στον Αλεξανδρινό: «ποιητή-ιστορικό» τον αποκαλεί. «Η βαθιά έγνοια του για την Ιστορία διαπερνά όλα τα ποιήματά του, όχι μόνο τα ιστορικά, αλλά και τα ερωτικά», επισημαίνει. Κάτι που προϋποθέτει ο αναγνώστης του να γνωρίζει Ιστορία; «Οποιος αγνοεί την Ιστορία, διαβάζοντάς τον, το κάνει με κίνδυνο δικό του!». Είναι ο λόγος για το ότι στη μετάφρασή του προβάλλει και ένα πλήρες ιστορικό σχόλιο. «Πρέπει κάποιος να γνωρίζει την «πλοκή», ώστε να κατανοήσει τις συχνά ειρωνικές ή πικρές γραμμές που διαπερνούν τα ποιήματα». 

Ως μεταφραστής, εστίασε στην «αναπαραγωγή συγκεκριμένων τυπικών συστατικών του καβαφικού έργου»: στον ισχυρό ρυθμό του και ειδικά στην ομοιοκαταληξία του. «Ο Καβάφης έχει τη φήμη ενός πεζού ποιητή και ώς ένα βαθμό είναι έγκυρο - τα ποιήματά του είναι λιγότερο επιβαρημένα από το στόμφο της απαγγελίας και τα τεχνάσματα της ποίησης σύγχρονων ομοτέχνων του». «Πολλοί Εγγλέζοι μεταφραστές του», προσθέτει, «τον διαβάζουν ως μια μορφή πρόζας που αναπτύσσεται!». Εξ ου θεώρησε «κρίσιμο» να αναπαραγάγει την «αίσθηση της μετρικής του και το ρυθμό του». 

Η μετάφραση του Αμερικανού κλασικιστή θεωρείται ότι έκανε την τομή που είχε κάνει πριν από πολλές δεκαετίες η εμβληματική εργασία του Εντμουντ Κίλι. Ο ίδιος ο Μέντελσον, δυσανάλογα μετριόφρων σε σχέση με την απήχησή της, δεν συμφωνεί: «Η μετάφρασή μου έχει μεγάλη επιτυχία στις ΗΠΑ, κάτι θαυμάσιο όχι για εμένα, αλλά για τον ίδιο τον Καβάφη. Η δουλειά μου έφερε νέους αναγνώστες στο έργο του. Δεν μπορώ να ισχυριστώ όμως ότι ανέδειξε νέες οπτικές». 

«Δεν υπάρχει σπουδαιότερος ανατόμος της επιθυμίας από τον Καβάφη!», υποστηρίζει ο Μέντελσον, που η μονομερής ανάδειξη του γκέι Καβάφη (αν και ο ίδιος είναι δηλωμένος ανοικτά γκέι) τον κάνει να δυσανασχετεί: «Η ομοφυλοφιλία ήταν μέρος της ταυτότητάς του, όπως ήταν η ελληνικότητα, το ότι υπήρξε χριστιανός ορθόδοξος και διακρινόταν για το πάθος για την Ιστορία. Οφείλουμε να εστιάζουμε εξίσου σε όλες τις ιδιότητές του χωρίς να καταπιέζουμε κάποια. Το να επιχειρούμε να τον διαβάσουμε χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη μας το στοιχείο της ομοφυλοφιλίας θα ήταν, ωστόσο, πρωθύστερο. Θα ήταν σαν να προσπαθούσαμε να διαβάσουμε τον Ευριπίδη παραβλέποντας τους γυναικείους χαρακτήρες του. Ποιος διαβάζει με αυτό τον τρόπο; 
Ισως οι πολιτικοί. Οχι, πάντως, οι εραστές της ποίησης». 

Στην κορυφή των προκαταλήψεων που βαραίνουν το καβαφικό έργο τοποθετεί -αδιαφιλονίκητα- την «προνομιακή» θέση της «Ιθάκης»: «Το γνωστότερο από τα ποιήματά του, η "Ιθάκη", δεν είναι και το αντιπροσωπευτικότερό του! Ολοι μας αγαπάμε αυτό το ποίημα, αλλά, ειλικρινώς, είναι πολύ περισσότερο συναισθηματικό από ό,τι είναι οι περισσότεροι καβαφικοί στίχοι. Και πάντοτε "φωνάζω" στον κόσμο ότι υπάρχει και κάτι περισσότερο στον Καβάφη από την "Ιθάκη" του!».





ΠΗΓΗ
, Εφημερίδα Ελευθεροτυπία

Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2014

ΔΕΚΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΑΤΕ ΓΙΑ ΤΟΝ WILLIAM SHAKESPEARE

Σύμφωνα με μια μακρά θεωρία, τα λογοτεχνικά αριστουργήματα που αποδίδονται στον Σαίξπηρ στην πραγματικότητα γράφτηκαν από τον Edward De Vere, Κόμη της Οξφόρδης. Μάθετε περισσότερα για αυτή την υπόθεση και διερευνήστε άλλες ενδιαφέρουσες πτυχές της ζωής και της κληρονομιάς του Σαίξπηρ.

1. Ο πατέρας του Σαίξπηρ απασχολήθηκε σε πολλές διαφορετικές θέσεις εργασίας, ενώ σε μια πληρωνόταν για να πίνει μπίρες.


Γιός ενός αγρότη ενοικιαστή, ο Τζον Σαίξπηρ έφτασε στο Stratford-upon-Avon το 1551 και άρχισε να ασχολείται με διάφορα επαγγέλματα, όπως την πώληση δερμάτινων ειδών, μαλλιού, βύνης και καλαμποκιού. Το 1556 διορίστηκε επίσημα δοκιμαστής αγγλικής μπύρας του δήμου, που σημαίνει ότι ήταν υπεύθυνος για τον έλεγχο του ψωμιού και της βύνης. Την επόμενη χρονιά έκανε άλλο ένα μεγάλο βήμα στην κοινωνική σκάλα καθώς παντρεύτηκε την Mary Arden, την κόρη ενός αριστοκράτη αγρότη, που έτυχε να είναι πρώην αφεντικό του πατέρα του.  Ο Τζόν αργότερα έγινε τοκογλύφος και απασχολήθηκε σε μια σειρά από δημοτικές θέσεις, υπηρετώντας  πολλές φορές ως και τον δήμαρχο του Stratford. Στο 1570 περιέπεσε σε οικονομικό χρέος, το οποίο του προκάλεσε νομικά προβλήματα, για λόγους που παραμένουν ασαφείς.

2. Ο Σαίξπηρ παντρεύτηκε μια ηλικιωμένη γυναίκα που ήταν έγκυος τριών μηνών.

Τον Νοέμβριο του 1582, ο 18 ετών William παντρεύτηκε την Anne Hathaway, κόρη ενός αγρότη που ήταν οκτώ χρόνια μεγαλύτερή του. Αντί για τις συνήθεις τρεις φορές, η πρόθεση του ζευγαριού να παντρευτεί ανακοινώθηκε μόνο μια φορά στην εκκλησία, απόδειξη ότι η ένωση είχε κανονιστεί εσπευσμένα λόγω της προβληματικής διαταραχής της Anne στα φρύδια των ματιών. Έξι μήνες μετά από το γάμο, ο Σαίξπηρ έκανε μια κόρη, την Susanna και τα δίδυμα Hamnet και Judith ακολούθησαν τον Φεβρουάριο του 1585. Λίγα είναι γνωστά για τη σχέση μεταξύ του William και της Anne, εκτός από ότι συχνά ζούσαν χώρια και αυτός της κληροδότησε μόνο το ”δεύτερο καλύτερο κρεβάτι του” στη διαθήκη του.

3. Οι γονείς του Σαίξπηρ ήταν μάλλον αγράμματοι, και τα παιδιά τους σίγουρα θα γίνονταν το ίδιο.

Κανείς δεν ξέρει σίγουρα, αλλά είναι πολύ πιθανό ότι ο John και η Mary Σαίξπηρ δεν έμαθαν ποτέ να διαβάζουν ή να γράφουν, όπως παρατηρείται στους ανθρώπους του κύρους τους, κατά τη διάρκεια της ελισαβετιανής εποχής. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι τα κοινωνικά καθήκοντα του John προυπέθεταν βασική παιδεία, αλλά σε κάθε περίπτωση ο ίδιος πάντα υπέγραφε το όνομά του με ένα σημάδι. Ο William, από την άλλη πλευρά, συμμετείχε στο τοπικό γυμνάσιο του Στράτφορντ, και έμάθε ανάγνωση, γραφή και λατινική γλώσσα. Η σύζυγός του και τα δύο παιδιά τους, που έζησαν μέχρι την ενηλικίωσή τους, Susanna και Judith, πιστεύεται ότι ήταν αναλφάβητοι, αν λάβουμε υπόψη ότι η Susanna μπορούσε μόνο να σχηματίσει την υπογραφή της.

4. Κανείς δεν ξέρει τι έκανε ο Σαίξπηρ μεταξύ των ετών 1585 και 1592.

Απογοητευμένος από τους βιογράφους του, ο Σαίξπηρ εξαφανίζεται μεταξύ των ετών 1585, όταν έγινε η βάπτιση των δίδυμων παιδιών του, και 1592, όταν ο θεατρικός συγγραφέας Robert Greene τον καταδίκασε σε ένα φυλλάδιό του ως «τυχάρπαστο κοράκι”. Η προσβολή αυτή αποκαλύπτει ότι είχε ήδη κάνει ένα όνομα στη σκηνή του Λονδίνου μέχρι τότε. Τι έκανε ο νιόπαντρος πατέρας με την μελλοντική του λογοτεχνική εικόνα κατά τη διάρκεια των επτά αυτών χαμένων χρόνων; Οι ιστορικοί εκτιμούν ότι εργάστηκε ως δάσκαλος, σπούδασε νομικά, ταξίδεψε σε ολόκληρη την ηπειρωτική Ευρώπη ή προσχώρησε σε ένα θίασο, που περνούσε μέσα από το Stratford. Σύμφωνα με έναν απολογισμό του 17ου αιώνα, έφυγε από τη γενέτειρά του μετά από λαθροθηρία ελαφιών στο κτήμα ενός τοπικού πολιτικού.

5. Τα θεατρικά έργα του Σαίξπηρ προσφέρουν τις πρώτες γραπτές παρουσίες μιας σειράς εκατοντάδων γνωστών όρων.

Ο William Shakespeare πιστεύεται ότι έχει επηρεάσει την αγγλική γλώσσα, περισσότερο από κάθε άλλο συγγραφέα της ιστορίας,ή τουλάχιστον, την εκλαΐκευσηόρων και φράσεων που εξακολουθούν τακτικά να αναφύονται στην καθημερινή συνομιλία. Τα παραδείγματα περιλαμβάνουν λέξεις “της μόδας” (“Τρωίλος και Χρυσηίδα”), “υποκριτική” (“Με το ίδιο μέτρο”), “βολβό του ματιού” (“Όνειρο Θερινής Νυχτός”) και “έλλειψη λαμπρότητας” (“Όπως σας αρέσει”) και εκφράσεις όπως: «διαφυγόν συμπέρασμα” (“Οθέλλος”), “σε ένα τουρσί” (“Η Τρικυμία”), “καταδίωξη άγριας ​​χήνας” (“Ρωμαίος και Ιουλιέτα”) και “μονομιάς” (“Μάκβεθ”). Επίσης, πιστώνεται με την επινόηση των ονομάτων Olivia, Miranda, Jessica και Cordelia, τα οποία έχουν γίνει κοινά όλα αυτά τα χρόνια (όπως και άλλα, όπως Nerissa και Titania, που δεν έχουν γίνει κοινά).

6. Πιθανώς δεν προφέρουμε το όνομα του Σαίξπηρ σωστά- επίσης είναι πιθανό ότι δεν το έκανε ούτε ο ίδιος.

Πηγές από τη διάρκεια ζωής του Σαίξπηρ αποτυπώνουν το επίθετό του με περισσότερους από 80 διαφορετικούς τρόπους, που κυμαίνονται από το “Shappere” ως το “Shaxberd.” Από ένα σύνολο υπογραφών που έχουν διασωθεί, ο βάρδος ποτέ δεν έγραφε το όνομά του “William Shakespeare,” ενώ χρησιμοποιούσε παραλλαγές ή συντομογραφίες, όπως «Willm Shakp,” “William Shakespeare” και “William Shakspeare”. Ωστόσο, είναι γραμμένο ως Σαίξπηρ και πιστεύεται ότι προέρχεται από την παλιά αγγλική φράση “schakken” (“να κραδαίνουν”) και “Speer” (“δόρυ”), και πιθανώς αναφέρεται σε ένα συγκρουσιακό/αντιπαραθετικό ή διαλεκτικό πρόσωπο.

7. Ο επιτάφιος του Σαίξπηρ αποσόβησε τους επίδοξους ληστές του από τον τάφο του με μια κατάρα.

Ο William Shakespeare πέθανε στις 23 Απριλίου του 1616, στην ηλικία των 52 ετών, καθόλου κακό για μια εποχή  όπου ο μέσος όρος του προσδόκιμου ζωής κυμαίνεται μεταξύ 30 και 40 ετών. Εμείς ποτέ δεν θα μπορέσουμε να ξέρουμε τι τον σκότωσε, αν και κάποιος γνωστός του έγραψε ότι ο βάρδος αρρώστησε μετά από μια νύχτα μεγάλης κατανάλωσης οινοπνεύματος με τον συνάδελφο και θεατρικό συγγραφέα Μπεν Τζόνσον. Παρά τον άμεσο θάνατό του, ο Σαίξπηρ υποθετικά είχε εξασφαλίσει τα μέσα για να περιφράξει τον επιτάφιό του πάνω από τον τάφο του, που βρίσκεται μέσα σε μια εκκλησία του Stratford. Ο επιτάφιος προορίζεται να ματαιώσει τα σχέδια πολυάριθμων ληστών οι οποίοι λεηλάτησαν τα νεκροταφεία της Αγγλίας εκείνη την εποχή, ο στίχος έχει ως εξής:
Καλέ φίλε, για όνομα του Θεού συγκρατήσου,
Και μην σκάψεις τη σκόνη, την κλεισμένη εδώ μέσα.
Ευλογημένος όποιος λυπηθεί τούτες τις πέτρες,
Καταραμένος όποιος τα κόκαλά μου ανασαλέψει.
Θα πρέπει να πιάνει το κόλπο, αφού τα λείψανα του Σαίξπηρ ακόμα να συληθούν.

8. Ο Σαίξπηρ υποθέτουμε ότι φορούσε ένα χρυσό σκουλαρίκι.

Η άποψη μας σχετικά με την εμφάνιση του William Shakespeare, προέρχεται από διάφορα πορτρέτα του 17ου αιώνα, που μπορεί να είναι ή να μην είναι εκεί ζωγραφισμένος, καθώς ο ίδιος ο βάρδος κάθεται πίσω από τον καμβά. Σε μία από τις πιο διάσημες παραστάσεις, γνωστό ως το ”πορτρέτο του Chandos”, το αντικείμενο έχει μια πλήρη γενειάδα, σημάδια τριχόπτωσης, χαλαρωμένο πουκάμισο, γραβάτα και ένα λαμπερό χρυσό σκουλαρίκι να κρέμεται από το αριστερό αυτί του. Ακόμη και πριν τον Σαίξπηρ, τα σκουλαρίκια για τους άνδρες ήταν μοντέρνα χαρακτηριστικά ενός μποέμ τρόπου ζωής, όπως αποδεικνύεται από τις εικόνες των άλλων καλλιτεχνών ελισαβετιανής εποχής. Η μόδα μπορεί να έχει εμπνευστεί από τους ναυτικούς, οι οποίοι έφεραν ένα μόνο χρυσό σκουλαρίκι προκειμένου να καλύψουν τα έξοδα κηδείας τους σε περίπτωση που έχαναν τη ζωή τους στη θάλασσα.

9. Στη Βόρεια Αμερική 200 εκατομμύρια ψαρόνια οφείλουν ευγνωμοσύνη στον Σαίξπηρ για την ύπαρξή τους. 

Τα έργα του Σαίξπηρ περιέχουν περισσότερες από 600 αναφορές σε διάφορα είδη πουλιών, από κύκνους και περιστέρια μέχρι σπουργίτια και γαλοπούλες. Το ψαρόνι-ένα λαμπερό πουλί, προέρχεται από την Ευρώπη και τη δυτική Ασία- ενώ κάνει μόνο μία εμφάνιση στο έργο “Henry IV, Part 1″. Το 1890 ένας Αμερικανός που ονομάζεται Eugene Schiffelin αποφάσισε να εισάγει κάθε είδος πουλιού και αναφέρθηκε στο έργο του Σαίξπηρ στο οποίο απουσιάζουν τα συγκεκριμένα πτηνά από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ως μέρος αυτού του έργου, που κυκλοφόρησε, δύο σμήνη των 60 ψαρονιών βλέπουμε να πετούν στο πάνω από το Central Park της Νέας Υόρκης. Εκατόν είκοσι χρόνια αργότερα, το ιδιαίτερα ευπροσάρμοστο είδος βρίσκεται πάνω από τους ουρανούς, επεμβαίνει και οδηγεί κάποια εγγενή πουλιά στο χείλος της εξαφάνισης.

10. Μερικοί άνθρωποι πιστεύουν ότι ο Σαίξπηρ ήταν μια απάτη.

Πώς ένας επαρχιώτης αστός που ποτέ δεν είχε πάει στο κολέγιο ή ποτέ δεν είχε αποτολμήσει να πάει έξω από το Stratford τόλμησε να γίνει ένας από τους πιο παραγωγικούς, κοσμικούς και εύγλωττους συγγραφείς στην ιστορία; Ενώ ήταν ακόμα νωρίς στην καριέρα του, ο Σαίξπηρ εμφανίζει στις ιστορίες του μια βαθιά γνώση των διεθνών υποθέσεων, των ευρωπαϊκών πρωτευουσών και της ιστορίας, καθώς και μια εξοικείωση με το βασιλικό δικαστήριο και την υψηλή κοινωνία. Για το λόγο αυτό, ορισμένοι θεωρητικοί έχουν προτείνει ότι ένας ή περισσότεροι συγγραφείς που επιθυμούν να αποκρύψουν την πραγματική τους ταυτότητα χρησιμοποιούν το πρόσωπο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ ως ένα μέτωπο. Στους προτεινόμενους υποψήφιους περιλαμβάνονται οι Edward De Vere, Francis Bacon, Christopher Marlowe και Mary Sidney Herbert. Οι περισσότεροι μελετητές και λογοτεχνικοί ιστορικοί παραμένουν επιφυλακτικοί σχετικά με αυτή την υπόθεση, αν και πολλοί υποψιάζονται ότι ο Σαίξπηρ μερικές φορές συνεργάστηκε με άλλους συγγραφείς.



Λιάκας Παντελής, Literature.gr